2 Νοεμβρίου – Άγιοι Ακίνδυνοι οι Μάρτυρες
Ακίνδυνον πυρ των δε λοιπών τεσσάρων, Oυς μεν, το πυρ έκτεινεν, ους δε, το ξίφος. Δευτέρη Aφθονίω και τέτρασι πυρ άορ άθλος.
Οι Άγιοι Ακίνδυνοι ήταν όλοι αξιωματούχοι του Πέρση βασιλιά Σαπώρ του Β’. Οι τρεις αυτοί Άγιοι μάρτυρες Ακίνδυνος, Πηγάσιος και Ανεμπόδιστος ήταν ζηλωτές της αληθινής πίστης και παρότρυναν τους χριστιανούς να περιφρονούν τα βασιλικά διατάγματα και να μένουν σταθεροί στην πίστη τους.
Το 330 μ.Χ., όταν τα έμαθε αυτά ο βασιλιάς Σαβώριος, αγρίεψε και διέταξε να συλλάβουν τους τρεις αυτούς Χριστιανούς και να τους οδηγήσουν μπροστά του.
Αφού συνελήφθησαν, μπροστά στον βασιλιά με θάρρος με μία φωνή ομολόγησαν ότι είναι Χριστιανοί και ότι πιστεύουν στον αληθινό Θεό τον ποιητή όλης της κτίσης. Μόλις τα άκουσε αυτά ο βασιλιάς τους απείλησε πως θα τους παραδώσει σε βασανιστήρια.
Οι Άγιοι Ακίνδυνος, Πηγάσιος και Ανεμπόδιστος με ένα στόμα γενναία του απάντησαν ότι είναι έτοιμοι να δεχτούν οποιαδήποτε βασανιστήρια, διότι αυτά θα τους ωφελήσουν και θα σώσουν την ψυχή τους.
2 Νοεμβρίου – Άγιοι Ακίνδυνοι οι Μάρτυρες
Αμέσως ο βασιλιάς προστάζει τέσσερις άνδρες να τους μαστιγώσουν σε όλο το σώμα. Οι άνδρες όμως κουράστηκαν και ο βασιλιάς αναγκάστηκε και τους αντικατέστησε με άλλους και πάλι με άλλους. Οι Άγιοι όμως μαστιγούμενοι είχαν το νου τους στο Χρήστο και στη γλώσσα τους την υμνωδία.
Ο βασιλιάς θαύμαζε και απορούσε βλέποντας ότι οι δήμιοι κουράζονταν και τους αντικαθιστούσε, ενώ οι τρεις μάρτυρες είχαν μεγάλη καρτερία. Ωστόσο γεμάτος οργή προστάζει οδυνηρότερα βασανιστήρια.
Οι τρεις Άγιοι Μάρτυρες υπέμειναν με την προσευχή τους στον Κύριο. Μάλιστα και ο ίδιος ο Χριστός συγκινήθηκε από αυτή τους την καρτερία. Εμφανίστηκε μπροστά τους και αμέσως τα πρόσωπα των Μαρτύρων έλαμψαν από ανέκφραστη χαρά.
Ο βασιλιάς τόλμησε να υβρίσει το όνομα του Ιησού Χριστού και ο Άγιος Ακίνδυνος θέλοντας να του δώσει ένα μάθημα του λέει:
Επειδή δε θέλεις να παραδεχτείς την αλήθεια θα μείνεις άλαλος και κουφός.
Δεν πρόφτασε να τελειώσει τα λόγια του ο Άγιος Ακίνδυνος και αμέσως ο βασιλιάς έμεινε κωφός και άλαλος. Τόση ήταν όμως η απελπισία του βασιλιά που άρχισε να ξεσκίζει τα ρούχα του και να χτυπάει το κεφάλι του. Ο Άγιος Ακίνδυνος βλέποντας αυτή την ελεεινή κατάσταση τον λυπήθηκε και παρακάλεσε τον Κύριο να τον ελευθερώσει από αυτή τη δοκιμασία.
Αμέσως μόλις προσευχήθηκε ο Άγιος, επανήλθε η ακοή του βασιλιά και λύθηκε η γλώσσα του. Παρόλα αυτά ο βασιλιάς έμεινε και πάλι δεμένος στην κακία του. Τώρα προστάζει σε μεγαλύτερα βασανιστήρια. Τους έριξαν στις φλόγες μιας μεγάλης φωτιάς.
Όμως ο Κύριος και πάλι τους προστάτευσε. Οι θερμές δεήσεις τους προς το Θεό προκάλεσαν φοβερή θύελλα και αστραπές ξέσπασαν ξαφνικά με βροχή, που έσβησε τη φωτιά. Αυτό προκάλεσε φόβο στους Πέρσες, και τον ίδιο το Σαπώρ, με αποτέλεσμα να αναβάλει, το θάνατο των γενναίων χριστιανών.
Όλοι τρομαγμένοι σκορπίστηκαν. Ατρόμητοι έμειναν μονάχα οι Άγιοι Μάρτυρες με λίγους κρυφούς Χριστιανούς.
Την ώρα εκείνη άγγελοι εμφανίζονται και ντύνουν με λευκές στολές, όχι μονάχα τους τρεις Αγίους Μάρτυρες, αλλά όλους τους Χριστιανούς που πίστευαν.
Μετά μερικές μέρες, ο βασιλιάς Σαβώριος τους έφερε και πάλι στο κριτήριο. Αφού είδε ότι δεν μπορούσε να αλλάξει το χριστιανικό τους φρόνημα, οδηγεί τους Αγίους σε νέα βασανιστήρια.
Η καρτερία των Μαρτύρων έκανε ένα από τους βασανιστές, τον Αφθόνιο, να αναφωνήσει:
Μέγας ο Θεός των Χριστιανών!
Ο βασιλιάς που άκουσε την ομολογία του δήμιου προστάζει να τον αποκεφαλίσουν.
Τότε οι Άγιοι τον ενθαρρύνουν λέγοντας:
Εσύ Αφθόνιε είσαι μακάριος που πρώτος από όλους μας εισέρχεσαι στη βασιλεία του Χριστού. Παρακάλεσε λοιπόν τον Κύριο και για μας, να μας αξιώσει της τιμής αυτής.
Ο μεν Αφθόνιος αποκεφαλίστηκε, οι δε Άγιοι βασανίζονται με σκληρότερα βασανιστήρια. Αυτά είχαν σαν αποτέλεσμα να ξεσηκωθούν οι συγκλητικοί εναντίον του βασιλιά. Μάλιστα ένας εξ αυτών ο Ελπιδοφόρος μαζί με άλλους επτά χιλιάδες Πέρσες, δήλωσαν περίτρανα ότι η καρτερία των τριών Μαρτύρων τους έκανε να πιστέψουν τον Χριστό ως Θεό Παντοδύναμο και Αληθινό.
Ο βασιλιάς απορημένος και εκνευρισμένος απευθυνόμενος στον Ελπιδηφόρο, του είπε να φανεί λογικός, σαν εγγράμματος που ήταν και μπορούσε να διακρίνει το ψέμα από την αλήθεια.
Ο Ελπιδοφόρος του αποκρίθηκε ότι γι’ αυτό ακριβώς πιστεύει στο Χριστό, διότι Αυτός είναι «η οδός και η αλήθεια και η ζωή» (Ευαγγέλιο Ιωάννου, ιδ’ 6). Δηλαδή ο σωστός δρόμος, που οδηγεί στην απόλυτη αλήθεια και στην πραγματική και πηγαία ζωή, που αξίζει κανείς να πεθάνει γι’ αυτή.
Η απάντηση του Ελπιδοφόρου εξαγρίωσε τον Σαπώρ και αμέσως τον αποκεφάλισε. Τέτοια η μανία του βασιλιά που διατάζει εκείνη τη στιγμή να αποκεφαλίσουν όλοι. Έτσι και έγινε και όλοι εισήλθαν νικητές στη Βασιλεία των Ουρανών.
Οι θυσίες αυτές ενθάρρυναν ακόμα περισσότερο τους υπόλοιπους, και έμειναν ακλόνητοι στην πίστη τους.
Η μητέρα του βασιλιά μετά από όλα αυτά ομολόγησε και η ίδια τον Κύριο. Ο έξαλλος βασιλιάς ήθελε να τελειώνει με τους τρεις Χριστιανούς. Πρόσταξε, λοιπόν, να ανάψουν ένα καμίνι και αφού το πυρώσουν καλά, να ρίξουν μέσα σε αυτό τους τρεις μάρτυρες μαζί με τη μητέρα του, που ομολόγησε το Χριστό, Θεό Αληθινό, για να καούν.
Οι Άγιοι Ακίνδυνοι πλησίασαν στο καμίνι, γονάτισαν και προσευχήθηκαν παρακαλώντας τον Κύριο να τελειώσουν τον αγώνα τους. Κάνοντας το σημείο του Σταυρού προχώρησαν ατρόμητοι προς το πυρακτωμένο καμίνι. Οι στρατιώτες που τους συνόδευαν μπροστά στο θάρρος που έδειξαν συγκλονίστηκαν. Μαζί τους μπήκαν και εκείνοι στο καμίνι, ώστε να αξιωθούν της Βασιλείας των Ουρανών.
Μέσα στις φλόγες οι τρεις Άγιοι Ακίνδυνοι, ο Ακίνδυνος, ο Πηγάσιος και ο Ανεμπόδιστος μαζί με όλους τους φρουρούς και τη μητέρα του βασιλιά παρέδωσαν το πνεύμα τους. Σε λίγο μέσα στις φλόγες φάνηκε χορός Αγγέλων που παρέλαβαν τις ψυχές των Αγίων Μαρτύρων, ενώ συγχρόνως όλος ο τόπος γύρω γέμισε από άρρητη ουράνια ευωδιά. Έτσι όλοι θαύμαζαν και μακάριζαν τους Αγίους Μάρτυρες Ακινδύνους.
Έτσι, μαρτυρικά και ένδοξα, παρέδωσαν όλοι τη μακάρια ψυχή τους στο ζωοδότη Χριστό.
Στην Ελλάδα υπάρχει μόνο ένας Ιερός Ναός προς τιμή των Αγίων Ακινδύνων και βρίσκεται στους Αγίους Αναργύρους Αττικής.