Εμμηνόπαυση: Ποιες γυναίκες διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο για προβλήματα στην καρδιά και τη μνήμη
Η εμμηνόπαυση είναι μια δύσκολη περίοδος για τη ζωή κάθε γυναίκας.
Η πρόωρη εμμηνόπαυση, μάλιστα, δηλαδή αυτή που συμβαίνει σε ηλικία 35-48 ετών μπορεί να αυξάνει τον κίνδυνο για σημαντικά προβλήματα στη γνωστική λειτουργία, σύμφωνα με μελέτη.
Συγκεκριμένα, η πρόωρη εμμηνόπαυση σε συνδυασμό με έναν άλλο παράγοντα υγείας συνδέονται με αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης προβλημάτων σκέψης και μνήμης αργότερα στη ζωή των γυναικών, υποστηρίζει η μελέτη που δημοσιεύθηκε στο Neurology.
Καθώς ένα άτομο γερνά, τα αιμοφόρα αγγεία, μεταξύ των οποίων και αυτά στον εγκέφαλο, μπορεί να υποστούν βλάβες από παράγοντες καρδιαγγειακού κινδύνου, όπως η υψηλή αρτηριακή πίεση, ο διαβήτης και το κάπνισμα. Αυτοί οι παράγοντες κινδύνου όχι μόνο αυξάνουν τον κίνδυνο ενός ατόμου για καρδιαγγειακή νόσο, αλλά και τον κίνδυνο άνοιας.
«Ενώ είναι γνωστό ότι οι παράγοντες καρδιαγγειακού κινδύνου αυξάνουν τον κίνδυνο ενός ατόμου για άνοια, αυτό που είναι λιγότερο γνωστό είναι γιατί οι γυναίκες έχουν μεγαλύτερο κίνδυνο για τη νόσο Αλτσχάιμερ από τους άνδρες. Εξετάσαμε εάν η ορμονική αλλαγή της εμμηνόπαυσης, συγκεκριμένα ο χρόνος της εμμηνόπαυσης, μπορεί να παίζει ρόλο σε αυτόν τον αυξημένο κίνδυνο», ανέφερε η συγγραφέας της μελέτης Jennifer Rabin, από το Πανεπιστήμιο του Τορόντο στον Καναδά, και πρόσθεσε:
«Διαπιστώσαμε ότι η εμφάνιση αυτής της ορμονικής αλλαγής νωρίτερα στη ζωή μιας γυναίκας, η ύπαρξη παραγόντων καρδιαγγειακού κινδύνου συνδέεται με μεγαλύτερα γνωστικά προβλήματα σε σύγκριση με τους άνδρες της ίδιας ηλικίας».
Πώς διεξήχθη η μελέτη
Οι ερευνητές από το Πανεπιστήμιο του Τορόντο στον Καναδά εξέτασαν κατά πόσο ο χρόνος εμφάνισης της εμμηνόπαυσης μπορεί να παίζει ρόλο σε αυτό τον αυξημένο κίνδυνο. Στη μελέτη συμμετείχαν 8.360 γυναίκες και ισάριθμοι άνδρες. Οι γυναίκες συμμετέχουσες είχαν μέση ηλικία εμμηνόπαυσης τα 50 έτη. Όλοι οι συμμετέχοντες είχαν μέση ηλικία 65 ετών κατά την έναρξη της μελέτης και παρακολουθήθηκαν για τρία χρόνια.
Οι γυναίκες χωρίστηκαν σε τρεις ομάδες: εκείνες που βίωσαν πρόωρη εμμηνόπαυση μεταξύ των ηλικιών 35-48 ετών, όσες είχαν εμμηνόπαυση κοντά στο μέσο όρο 49-52 ετών και όσες είχαν μεταγενέστερη εμμηνόπαυση 53-65 ετών.
Επίσης, εξέτασαν αν είχαν πάρει ορμονοθεραπεία που περιείχε οιστρογόνα, τους παράγοντες καρδιαγγειακού κινδύνου (υψηλή LDL χοληστερόλη, διαβήτη, παχυσαρκία, κάπνισμα, υψηλή αρτηριακή πίεση) και το αν είχαν λάβει συνταγές για φάρμακα μείωσης της αρτηριακής πίεσης.
Επιπλέον, οι συμμετέχοντες υποβλήθηκαν σε μια σειρά δοκιμασιών σκέψης και μνήμης στην αρχή και στο τέλος της μελέτης.
Τα ευρήματα της μελέτης
Σε γενικές γραμμές, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι οι γυναίκες που περνάνε αυτή την ορμονική αλλαγή νωρίτερα στη ζωή τους, πριν από την ηλικία των 49 ετών, και παράλληλα έχουν παράγοντες καρδιαγγειακού κινδύνου κινδυνεύουν από μεγαλύτερα γνωστικά προβλήματα σε σύγκριση με άνδρες της ίδιας ηλικίας.
Όπως διαπιστώθηκε, συγκεκριμένα, οι συμμετέχουσες με πρώιμη εμμηνόπαυση και υψηλότερο καρδιαγγειακό κίνδυνο είχαν χαμηλότερες γνωστικές βαθμολογίες τρία χρόνια αργότερα σε σύγκριση με τους άνδρες στην ίδια ηλικιακή ομάδα. Αντίθετα, δεν υπήρχε διαφοροποίηση για τις συμμετέχουσες με μέση ή μεταγενέστερη εμμηνόπαυση, ενώ και η ορμονοθεραπεία δεν επηρέασε τα αποτελέσματα.
Ωστόσο, οι ερευνητές επισημαίνουν ότι χρειάζεται παρακολούθηση των συμμετεχόντων για περισσότερα χρόνια. Επιπλέον, δεν υπήρχαν διαθέσιμα στοιχεία σχετικά με το αν οι συμμετέχουσες είχαν προβεί σε χειρουργική αφαίρεση ωοθηκών και δεν συμπεριλήφθηκαν και όσες ανέφεραν υστερεκτομή.