«Πόπη, με λατρεύει»: Η καλλονή χήρα για την οποία ο Αυλωνίτης άφησε για πάντα τη γυναίκα του
O «κινηματογραφικός» τρόπος με τον οποίο τον… έκλεψε η μυστηριώδης θαυμάστρια
Είναι πολλοί οι ηθοποιοί του παλιού ελληνικού κινηματογράφου, αν όχι οι περισσότεροι από τα «ιερά τέρατα», που τους έχουμε «ταυτοποιήσει» οπτικά με μια περιορισμένη χρονική περίοδο της ζωής τους.
Ηλίας Λογοθετίδης, Ορέστης Μακρής, Κώστας Χατζηχρήστος, Βασίλης Αυλωνίτης, Νίκος Σταυρίδης είναι ορισμένοι εξ’ αυτών. Ο λόγος είναι ότι η καριέρα τους στον κινηματογράφο ξεκίνησε σε σχετικά προχωρημένη ηλικία. Σαφώς όμως άνθρωποι της γενιάς τους είχαν την ευκαιρία να τους δουν και σε πιο νεαρή ηλικία, παρακολουθώντας τους στο θέατρο.
Ο Βασίλης Αυλωνίτης για παράδειγμα έκανε το θεατρικό ντεμπούτο του το 1924 σε ηλικία 20 ετών. Πέντε χρόνια αργότερα εμφανίστηκε για πρώτη φορά στον κινηματογράφο, σε δύο ταινίες, οι οποίες έχουν όμως χαθεί στα… βάθη του χρόνου και ο ρόλος του ήταν έτσι κι αλλιώς συμπληρωματικός.
Πρακτικά από τη δεκαετία του ’50 κι έπειτα, οπότε και ο κινηματόγραφος στην Ελλάδα απέκτησε οντότητα, έχουμε εικόνα του Αυλωνίτη, με αποτέλεσμα να τυποποιηθεί στις συνειδήσεις μας ως ευτραφής με λιγοστά μαλλιά.
Το παρουσιαστικό του ήταν τελείως διαφορετικό βέβαια στις αρχές της δεκαετίας του ’30, όταν είχε ήδη επωμιστεί κάποιους πρωταγωνιστικούς ρόλους στο θέατρο. Στο… άνθος της διασημότητας του, είχε τότε τη φήμη του γόη και του καρδιοκατακτητή. Το 1931 έπαιζε στην επιθεώρηση «Κατεργάρα» στο ολοκαίνουριο θέατρο «Περοκέ». Κάθε βράδυ ο Αυλωνίτης λάμβανε λουλούδια, δώρα και γλυκίσματα στο καμαρίνι του.
Αποστολέας μια μυστηριώδης, εκ της ανωνυμίας της, θαυμάστρια του. Ο σπουδαίος κωμικός ήταν παντρεμένος εκείνη την περίοδο με την Πόπη και αναγκαζόταν να κρατάει κρυφά τα δώρα που λάμβανε, καθώς η σύζυγός του δούλευε στον θίασο ως μπαλαρίνα.
Χρειάστηκε να συμβεί ένα εντελώς αναπάντεχο περιστατικό ώστε να αποκαλυφθεί η ταυτότητα της θαυμάστριας και να γίνει τελικά αυτή η πέτρα του ερωτικού σκανδάλου, στο οποίο πρωταγωνίστησε ο ηθοποιός.
Η επιθεώρηση «Κατεργάρα» περιελάμβανε και το νούμερο «Κοσμογονία», στο οποίο ο Αυλωνίτης σατίριζε τους πολιτικούς της εποχής, γεγονός που είχε προκαλέσει την αντίδραση των φανατικών της βενιζελικής παράταξης. Το πιο καυστικό σκετς ήταν το «Από τους υπουργούς βγήκαν τα κολοκύθια», που τον Αύγουστο του ’31 προκάλεσε τη φονική αντίδραση μιας μικρής ομάδας εξτρεμιστών.
Ένας εξ αυτών τράβηξε περίστροφο και σημάδεψε τον πρωταγωνιστή, ο οποίος – έντρομος – παραπάτησε και πέφτοντας απέτυχε τη σφαίρα. Δυστυχώς όμως η σφαίρα βρήκε έτσι κι αλλιώς ανθρώπινη σάρκα, αυτή του τεχνικού Παναγιώτη Μωραΐτη, που σε ένα τραγικό παιχνίδι της μοίρας έπεσε εκείνο το βράδυ νεκρός.
Ο Αυλωνίτης ήταν μεταξύ αυτών που κλήθηκαν στο αστυνομικό τμήμα για να δώσουν κατάθεση. Όταν βγήκε έξω από το τμήμα τον περίμενε ένα ιδιωτικό αυτοκίνητο, για να τον πάει – αντί για το σπίτι του – στο Ζάππειο. Σύμφωνα με δημοσίευμα της εποχής, εκεί τον περίμενε η κάτοχος του αυτοκινήτου, που δεν ήταν άλλη από την άγνωστη «μαυροφορεμένη» θαυμάστρια.
Ο έρωτας ήταν κεραυνοβόλος. Τόσο που ο 27χρονος Αυλωνίτης αποφάσισε να εγκαταλείψει τη σύζυγό του και να φύγει μαζί της στο Παρίσι. Όπως ανέφερε η εφημερίδα «Ελεύθερος Άνθρωπος», άφησε ένα σημείωμα στην Πόπη, το οποίο ανέφερε: «Η μοίρα μου έριξε μπροστά μου μια γυναίκα που με λατρεύει, μια γυναίκα που θα με κάνη μεγάλον, μια γυναίκα που θα με χωρίση βέβαια από σένα, αλλά θα με υποστηρίξη. Μη ζητήσης να μάθης περισσότερα… Γεια σου για πάντα, Βασίλης…».
Λίγες ημέρες αργότερα ο ηθοποιός πράγματι αναχώρησε με πλοίο από τον Πειραιά για τη Μασσαλία, απ’ όπου έφτασε στο Παρίσι.
Ποτέ κανείς δεν έμαθε την ταυτότητα – ακόμα, ακόμα και την εθνικότητα – της μυστηριώδους θαυμάστριας. Σύμφωνα με το ρεπορτάζ της εποχής πάντως, η εμφάνιση της ήρθε σε μια χρονική συγκυρία που ο Αυλωνίτης ήθελε να τ’ αφήσει όλα πίσω του και να κάνει μια νέα αρχή, απηυδισμένος από τη φονική επίθεση στο «Περόκε».
Ευτυχώς για τον ελληνικό κινηματογράφο δεν ενέμεινε εφ’ όρου ζωής σε αυτή την απόφαση.