Λογαριασμοί ρεύματος: Γιατί συμφέρει τους καταναλωτές να καταχωρούν μόνοι τους τις ενδείξεις του μετρητή
Για τους λογαριασμούς ρεύματος είναι σημαντικό οι καταναλωτές να αξιοποιούν κάθε εργαλείο προκειμένου να μη βρίσκονται προ δυσάρεστων εκπλήξεων.
Με την αγορά ηλεκτρικής ενέργειας να οδεύει πλέον προς μια νέα κανονικότητα μετά τη λήξη των έκτακτων μέτρων και το τέλος των επιδοτήσεων είναι χρήσιμο οι καταναλωτές να αξιοποιούν κάθε εργαλείο προκειμένου να μη βρίσκονται προ δυσάρεστων εκπλήξεων.
Στην κατεύθυνση αυτή η καταχώριση των ενδείξεων κατανάλωσης ρεύματος από τους ίδιους τους καταναλωτές, δυνατότητα που παρέχει ο ΔΕΔΔΗΕ αλλά και οι προμηθευτές, δίνοντας μια πιο καθαρή, και κοντά στην πραγματική κατανάλωση, εικόνα χρεώσεων συμβάλλει στο να γίνεται πιο ορθή η διαχείριση των λογαριασμών αλλά και να αποφεύγονται πιθανότητες λαθών.
Το βασικό πλεονέκτημα που έχει ο καταναλωτής μετρώντας και καταχωρώντας μόνος του τις ενδείξεις του μετρητή είναι ότι αποφεύγει τις υψηλές χρεώσεις «έναντι» που γίνονται συχνά από κάποιους προμηθευτές. Πρόκειται για ένα φαινόμενο που είχε αναδείξει πριν λίγους μήνες ο επικεφαλής της Ρυθμιστικής Αρχής Αποβλήτων Ενέργειας και Υδάτων, κ. Αθ. Δαγούμας, προαναγγέλλοντας τη δημιουργία μιας βάσης δεδομένων τιμολόγησης της λιανικής ηλεκτρικού ρεύματος με στόχο να διασταυρώνονται οι χρεώσεις και να παρεμβαίνει σε περίπτωση αστοχιών, στρεβλώσεων και λαθών.
Όπως είχε πει «ελλείψει ψηφιακών μετρητών οι προμηθευτές κάνουν κάποιες εκτιμήσεις καταναλώσεων και εκδίδουν τους «έναντι» λογαριασμούς. Πολλές φορές για λόγους χρηματορροών χρεώνουν στον «έναντι» έναν μεγαλύτερο λογαριασμό από τον εκκαθαριστικό».
Οι καταναλωτές δεν χάνουν τα χρήματα τους, καθώς αυτά συμψηφίζονται στον επόμενο λογαριασμό με την εκκαθάριση και αφού έχει προηγηθεί η μέτρηση. Ωστόσο, με την καταχώριση των ενδείξεων η τιμολόγηση γίνεται επί πραγματικής κατανάλωσης και αποφεύγεται ο κίνδυνος της υπερεκτίμησης πρόβλεψης κατανάλωσης ή της εκτίμησης μικρότερης κατανάλωσης από την πραγματική που θα φέρει με την εκκαθάριση φουσκωμένο λογαριασμό.
Και με δεδομένο ότι η εγκατάσταση «έξυπνων» μετρητών θα πάρει αρκετά χρόνια μέχρι να ολοκληρωθεί- ήδη μετρά νέες καθυστερήσεις ο διαγωνισμός μετά την προσφυγή της Landis+Gyr- είναι χρήσιμο να γνωρίζουν οι καταναλωτές πώς γίνεται η διαδικασία καταχώρισης των ενδείξεων και τι γίνεται σε περίπτωση λανθασμένης ένδειξης. Με βάση τα όσα αναφέρει ο ΔΕΔΔΗΕ.
Στο πρώτο δίμηνο η ΔΕΔΔΗΕ ΑΕ εκτιμά τις καταναλώσεις και το αμέσως επόμενο δίμηνο λαμβάνεται η ένδειξη του μετρητή από το προσωπικό της εταιρείας ώστε να προκύψει η συνολική κατανάλωση του τετραμήνου (προκύπτει αυτόματα από το μηχανογραφικό σύστημα ως διαφορά της ένδειξης αυτής από την ένδειξη που είχε καταγραφεί πριν 4 μήνες).
Οι έναντι καταναλώσεις υπολογίζονται αυτόματα με βάση έναν συγκεκριμένο αλγόριθμο που περιλαμβάνει τα ιστορικά στοιχεία των καταναλώσεων, όπως είναι οι καταναλώσεις της αντίστοιχης χρονικής περιόδου του προηγούμενου έτους. Κατά συνέπεια, οι συγκεκριμένες καταναλώσεις δεν διαφέρουν σημαντικά από την πραγματική κατανάλωση του διμήνου, εκτός και εάν το τελευταίο χρονικό διάστημα διαφοροποιήθηκαν οι καταναλωτικές συνήθειες του πελάτη.
Σύμφωνα με τα όσα αναφέρει ο ΔΕΔΔΗΕ αν κάποιος επιλέξει να χρησιμοποιήσει την υπηρεσία καταχώρισης ενδείξεων τότε θα ακυρωθεί αυτόματα η προγραμματισμένη εκτίμηση των καταναλώσεων και αντί αυτής θα υπολογίσει τη συνολική διμηνιαία κατανάλωση, η οποία προκύπτει ως διαφορά της ένδειξης που καταχωρήσατε από την ένδειξη που είχε καταγράψει η εταιρεία πριν δυο μήνες. Η ένδειξη μπορεί να δοθεί μέσα σε διάστημα πέντε εργάσιμων ημερών. Αυτό που πρέπει να γνωρίζει ο καταναλωτής είναι ο αριθμός της παροχής και η ένδειξη του μετρητή. Η καταχώριση μπορεί να γίνει τηλεφωνικά ή στην ιστοσελίδα του ΔΕΔΔΗΕ (www.deddie.gr)
Η περίπτωση λανθασμένης καταχώρισης από τον ΔΕΔΔΗΕ
Παρά το γεγονός ότι ο ΔΕΔΔΗΕ έχει σε ισχύ μηχανισμούς ελέγχου των μετρήσεων που λαμβάνει από τους καταμετρητές έτσι ώστε αν μια κατανάλωση ξεφεύγει από τις συνήθειες του καταναλωτή τότε το σύστημα την απορρίπτει.
Ωστόσο δεν είναι σπάνιο το φαινόμενο καταχώρισης λανθασμένης ένδειξης. Όπως αναφέρει ο ΔΕΔΔΗΕ το ποσοστό των λανθασμένων μετρήσεων είναι πολύ μικρό και αδύνατον να εκμηδενιστεί.
Τι γίνεται όμως στην περίπτωση λανθασμένης μέτρησης και φουσκωμένου λογαριασμού; Σύμφωνα με τον Διαχειριστή αν μετά από αμφισβήτηση του Προμηθευτή ή του καταναλωτή διαπιστωθεί ότι η μέτρηση ήταν λανθασμένη, τότε αυτή διορθώνεται αμέσως. Αλλά και στην περίπτωση που δεν υπάρξει αμφισβήτηση, στην αμέσως επόμενη καταμέτρηση θα καταγραφεί η σωστή ένδειξη, οπότε η διόρθωση θα γίνει αυτόματα από το μηχανογραφικό σύστημα.