H Βασιλική μιλά με την πεθερά της για τον Μαθιό και το έγκλημά του. “Η αιτία που έκανε τον Μαθιό να σκοτώσει τον Στεφάνη ήταν η αγάπη του για σένα. Αυτό πρέπει να καταλάβεις Βασιλική και να τον συγχωρήσεις επιτέλους, να σφίξεις τα δόντια και να ξεπεράσεις τα όριά σου.
Ο γιος μου πήρε μεγάλο κρίμα για σένα φονιάς εγίνηκε για να σε σώσει και μαζί και το παιδί σου”, της λέει. Καμία από τις δύο δεν μπορεί να φανταστεί ότι ο Νικηφόρος είναι στο διπλανό δωμάτιο και ακούει την κουβέντα τους, οπότε όταν εμφανίζεται “ΤΙ ΛΕΤΕ ΜΩΡΕ! Τι έκανε ο Μαθιός;”, και εκείνες σαστίζουν.
Φεύγει σαν σίφουνας και πάει να τον βρει στο μαντρί που βρίσκεται. Ο γιος της Βασιλικής τρέχει σαν τρελός με το αυτοκίνητο και τελικά φτάνει μπροστά του.
Ο Μαθιός καταλαβαίνει ότι κάτι δεν πάει καλά . “Εσύ είσαι ρε ο φονιάς του πατέρα μου; Πες μου την αλήθειά σαν άντρας εσύ τον σκότωσες;”, και ο Μαθιός βουρκώνει. “Όλο το οικοδόμημα που είχα φτιάξει μέσα μου για σένα κατέρρευσε και εγώ μαζί του! Hσουν ο ήρωας μου και αποδείχτηκες ένας ψεύτης !Να πας στο διάολο να πεθάνεις όπως πέθανες κι εμένα”.
Ο Μαθιός ένα πράγμα καταφέρνει να του πει. “Κάντο Νικηφόρε αν πιστεύεις ότι αυτό μου αξίζει! Σκότωσε με”. Ο ήχος του πυροβολισμού ταράζει και τους δύο.