Έχει πλέον νυχτώσει και η Βασιλική με το μωρό και την Χάιδω κοιμούνται.Η Γη της Ελιάς: Ευτυχώς η μικρή δεν εισέπνευσε πολύ καπνό..
Ξαφνικά, η Βασιλική ανοίγει τα μάτια της και βλέπει να μπαίνουν καπνοί κάτω από την χαραμάδα της πόρτας. Αρπάζει την Στελλίτσα από την κούνια της και την τυλίγει με ένα σεντόνι, την ώρα που και η Χάιδω ξυπνάει και βλέπει καπνούς να μπαίνουν στο δωμάτιο της.
«Βασιλική φωτιά!», ουρλιάζει, παίρνει μια πετσέτα την βάζει στο πρόσωπο της και βγαίνει έξω, ενώ κάτω στην κουζίνα η φλόγες έχουν αρχίζει να τυλίγουν τα πάντα… Η πυροσβεστική φτάνει στο σπίτι της Χάιδως και λίγο αργότερα έρχονται και ο Λυκούργος με τον Στάθη. Η Βασιλική έχει το μωρό στην αγκαλιά της τυλιγμένο με ένα σεντόνι, ενώ η Χάιδω κοιτάει με πόνο το σπίτι να γίνεται στάχτη…
Την επόμενη μέρα, η Χάιδω και η Βασιλική συνεχίζουν να είναι ταραγμένες. «Είσαστε και οι τρεις καλά, κι αυτό έχει σημασία! Τα ντουβάρια ξαναγίνονται!», τονίζει ο Λυκούργος και η Βασιλική συμπληρώνει: «Ευτυχώς η μικρή δεν εισέπνευσε πολύ καπνό.. δεν βήχει και κοιμάται ήσυχη!». Εκείνη τη στιγμή χτυπάει η πόρτα και είναι η Ισμήνη που έφερε στις δύο γυναίκες ρούχα, καθώς το σπίτι και
όλα τα υπάρχοντα τους έχουν καταστραφεί.
«Καταστράφηκε, κορίτσι μου.. δεν έχουμε ρούχα, κινητά, κλειδιά
αυτοκινήτων, κάρτες… τίποτα..
Πεταχτήκαμε από το κρεβάτι με τις πυτζάμες…», λέει η Χάιδω απαρηγόρητη και ο Στάθης προσπαθεί να της δώσει δύναμη. «Με τον Φίλιππο τι θα κάνουμε;», ρωτάει η Βασιλική και όλοι μαζί συμφωνούν να μην του πουν τίποτα. Η τραγική είδηση κάνει τον γύρω της Αρεόπολης και όλοι σαστίζουν στο άκουσμα της.
Ο Φίλιππος τηλεφωνεί στην Βασιλική και την Χάιδω και όταν δεν απαντάνε αρχίζει να ανησυχεί. «Τώρα δεν θα πω τίποτα.. γιατί για να της κάνει πλάτες η μάνα σου, το αποκλείω..», του κάνει πλάκα ο Παρασκευάς, αλλά εκείνος κάθεται σε αναμμένα κάρβουνα. «Κόψε το δούλεμα! Κάτι κακό έχει γίνει..», του απαντάει…
Ωστόσο, ο Λυκούργος έχει φροντίσει να αγοράσει νέα κινητά με το ίδιο νούμερο, ενώ η Αρετή με το που μαθαίνει τι έχει συμβεί σπεύδει να συμπαρασταθεί στην κόρη της. «Οτιδήποτε χρειαστείτε να μου το πείτε.. να κρατήσω την μικρή ή ό,τι άλλο έχετε ανάγκη!», τονίζει και συνεχίζει: «Το τελευταίο να είναι αυτό.. Και σου είπα.. ό,τι χρειαστείς η μαμά είναι εδώ..» της ξαναλέει και την αγκαλιάζει.
Ο Φίλιππος ανήσυχος τηλεφωνεί στον Λυκούργο, ο οποίος του λέει πως τα κινητά τους καταστράφηκαν. «Τα είχαν ξεχάσει μέσα σε μια ζακέτα, τα έβαλε η Χάιδω μπούγιο στο πλυντήριο και νάταν κι άλλα!», του λέει ψέματα και του δίνει την Βασιλική να μιλήσουν. «Βρε μωρό μου, τρόμαξα πολύ.. νόμιζα ότι κάτι πάθατε..», της λέει κι εκείνη τον καθησυχάζει.
«Εκτός απροόπτου μέχρι αύριο το βράδυ θα είμαι Μάνη! Ίσως και πολύ πιο νωρίς. Κλείνω τώρα μη με πάρει είδηση ο Λοχίας.. τον έχω ικανό να μου στερήσει την άδεια!», συνεχίζει ο Φίλιππος και κλείνουν. Ο Μιλτιάδης βρίσκεται στον ελαιώνα των Βρεττάκων και μιλάει με κάποιον στο τηλέφωνο:
«Έλα ρε.. τώρα σχολάσαμε.. πρέπει να πάω και να ντυθώ. Έχω τον γάμο του αστυνόμου! Κολλητοί θα γίνουμε!…Προσέχω σου λέω, μη με πρήζεις! Κανείς δεν έχει καταλάβει τίποτα, κανείς δεν το έχει συνδυάσει!», είναι τα λόγια του…