Επιστήμονες από το Πανεπιστήμιο της Βόρειας Καρολίνας στις ΗΠΑ, ανακάλυψαν ότι μια χημική ουσία που σχηματίζεται κατά την πέψη της σουκραλόζης, είναι επιβλαβής για το DNA.
Προηγούμενες έρευνες έχουν ρίξει φως στην παραγωγή ορισμένων λιποδιαλυτών ενώσεων στο έντερο μετά την κατανάλωση σουκραλόζης. Η νέα μελέτη επικεντρώνεται σε μια συγκεκριμένη ένωση που ονομάζεται οξική-σουκραλόζη-6 (sucralose-6-acetate).
«Η νέα μας μελέτη τεκμηριώνει ότι η οξική-σουκραλόζη-6 είναι γονοτοξική. Βρήκαμε επίσης ίχνη οξικής-σουκραλόζης-6 στη σουκραλόζη του εμπορίου, ακόμη και πριν καταναλωθεί και μεταβολιστεί», δήλωσε η Σούζαν Σίφμαν, επικεφαλής της έρευνας και αναπληρώτρια καθηγήτρια στο τμήμα Βιοϊατρικής Μηχανικής του Πανεπιστημίου της Βόρειας Καρολίνας.
Η Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων έχει ορίσει ως όριο για όλες τις γονοτοξικές ουσίες τα 0,15 μικρογραμμάρια ανά άτομο την ημέρα. Οι ερευνητές διαπίστωσαν ωστόσο, ότι τα ίχνη της οξικής-σουκραλόζης-6 σε μόλις ένα ζαχαρούχο ρόφημα, υπερβαίνουν αυτό το όριο.
Για να διερευνήσουν τη γονοτοξικότητα της οξικής-σουκραλόζης-6, οι επιστήμονες διεξήγαγαν μια σειρά πειραμάτων χρησιμοποιώντας ανθρώπινα κύτταρα αίματος. Τα αποτελέσματα ήταν άκρως ανησυχητικά.
«Διαπιστώσαμε ότι η οξική-σουκραλόζη-6 είναι γονοτοξική και διέλυσε το DNA στα κύτταρα που εκτέθηκαν στη χημική ουσία», ανέφερε η Σίφμαν.
Οι ερευνητές διερεύνησαν επίσης τις επιδράσεις της οξικής-σουκραλόζης-6 στους ιστούς του ανθρώπινου εντέρου.
Προηγούμενες μελέτες είχαν ήδη αναδείξει την αρνητική επίδραση της σουκραλόζης στην υγεία του εντέρου, γεγονός που ώθησε τους ερευνητές να το αναλύσουν περαιτέρω.
«Όταν εκθέσαμε τη σουκραλόζη και την οξική-σουκραλόζη-6 σε επιθηλιακούς ιστούς του εντέρου –τον ιστό που επενδύει το τοίχωμα του εντέρου– διαπιστώσαμε ότι και οι δύο χημικές ουσίες προκαλούν το σύνδρομο διαρρέοντος εντέρου. Βασικά, κάνουν το τοίχωμα του εντέρου πιο διαπερατό, καταστρέφοντας τα σημεία όπου συνδέονται τα κύτταρα στο τοίχωμα του εντέρου», εξήγησε η Σίφμαν.
Ένα διαρρέον έντερο μπορεί να δημιουργήσει προβλήματα, καθώς επιτρέπει σε ουσίες που θα έπρεπε να αποβάλλονται μέσω των κοπράνων, να διαρρέουν στην κυκλοφορία του αίματος. Επιπλέον, οι ερευνητές παρατήρησαν αυξημένη δραστηριότητα σε γονίδια που σχετίζονται με το οξειδωτικό στρες, τη φλεγμονή και την καρκινογένεση σε κύτταρα του εντέρου που εκτέθηκαν στη οξική-σουκραλόζη-6.
«Η έρευνα εγείρει πολλές ανησυχίες σχετικά με τις πιθανές επιπτώσεις της σουκραλόζης και των μεταβολιτών της στην υγεία. Ήρθε η ώρα να επανεξετάσουμε την ασφάλεια της σουκραλόζης, καθώς πληθαίνουν τα στοιχεία για τους σημαντικούς της κινδύνους. Συμβουλεύω τους ανθρώπους ενθαρρύνω τους ανθρώπους να αποφεύγουν τα προϊόντα που περιέχουν σουκραλόζη. Είναι κάτι που δεν πρέπει να τρώτε», κατέληξε η ερευνήτρια.
Τα ευρήματα δημοσιεύτηκαν στην επιθεώρηση Journal of Toxicology and Environmental Health.
Η σουκραλόζη είναι τεχνητή γλυκαντική ουσία που χρησιμοποιείται ως υποκατάστατο της ζάχαρης.
Με τον όρο γλυκαντικές ουσίες ή γλυκαντικά, χαρακτηρίζονται πρόσθετες ουσίες φυσικής ή συνθετικής προέλευσης που χρησιμοποιούνται, είτε για να προσδώσουν γλυκιά γεύση στα τρόφιμα, είτε ως επιτραπέζια γλυκαντικά.[1]
Τεχνητές γλυκαντικές ουσίες
Οι τεχνητές γλυκαντικές ουσίες χρησιμοποιούνται ως υποκατάστατα της ζάχαρης:
για τη γλύκανση τροφίμων ή
σε ειδικά προϊόντα που προορίζονται για διαβητικούς ή
για κάποιες επιθυμητές δίαιτες.
Οι ουσίες αυτές αν και υπερτερούν σε γλυκύτητα της ζάχαρης εν τούτοις δεν αφομοιώνονται από τον οργανισμό.
Κυριότερη τέτοια ουσία της κατηγορίας αυτών είναι ή σακχαρίνη που αποτελεί παράγωγο του βενζοϊκού οξέος. Παλαιότερα, για τον ίδιο σκοπό, χρησιμποιούνταν κυκλαμικά άλατα που όμως αποσύρθηκαν από την κυκλοφορία, από το 1970, λόγω αποδεδειγμένης καρκινογόνου δράσης σε πειραματόζωα, χωρίς όμως αυτό να έχει επαληθευθεί και για ανθρώπους, εγείροντας έτσι πολλές αμφιβολίες.
Στα τελευταία χρόνια παρατηρείται μεγάλος όγκος έρευνας για ανακάλυψη νέων γλυκαντικών ουσιών μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται η γλυκορριζίνη, η διυδροχαλκόνη, η φλαβόνη καθώς και η φυσική γλυκοπρωτεΐνη “μιράκλ φρούιτ” (miracle fruit), που παράγεται από εξωτικά φυτά της δυτικής Αφρικής και που σήμερα η καλλιέργειά τους έχει επεκταθεί και στις ΗΠΑ.