Η Ασπασία γίνεται άλλος άνθρωπος μετά το θάνατο του παιδιού της και βάλλει κατά του Δημοσθένη στη σειρά «Η Γη της Ελιάς».
Η απώλεια του Κίμωνα οδηγεί στα άκρα την Ασπασία η οποία όπως θα δούμε στη συνέχεια δίνει τέλος στο γάμος της με τον Δημοσθένη. «Εσύ φταις που αυτοκτόνησε ο γιος μου, Να σηκωθείς και να φύγεις αυτή τη στιγμή από το σπίτι. Δημοσθένη Θέλω διαζύγιο!
Ο Δημοσθένης αιφνιδιάζεται από τη στάση αυτή της γυναίκας του και της συστήνει ψυχραιμία: «Ασπασία δεν είναι η ώρα για μια τέτοια μεγάλη απόφαση. Η απώλεια του Κίμωνα σ’ έχει τρελάνει. Σε καταλαβαίνω αλλά χρειάζεσαι χρόνο…».
Η Ασπασία αρπάζεται από τη τελευταία λέξη του Δημοσθένη και ξεσπά: «Χρόνο για ποιο πράγμα; Για να ξεπεράσω τον χαμό του παιδιού μου; Αυτό δεν θα γίνει ποτέ. Ποτέ δεν θα σταματήσω να σε κατηγορώ. Εσύ φταις για όλα. Δες την αλήθεια για μια και μόνη φορά. Όταν γέννησα τον Κίμωνα, ήμουν η πιο ευτυχισμένη γυναίκα του κόσμου. Κλείστηκα σπίτι για να τον μεγαλώσω, αλλά μετά ήθελα να συνεχίσω τις σπουδές μου. Με στρίμωξες. Δεν με άφησες. Και δεν κατάφερα να γίνω η μάνα που ήθελα. Γιατί με έκλεισες μέσα και με ισοπέδωσες σαν άνθρωπο. Εσύ είσαι υπεύθυνος που φέρθηκα έτσι στα παιδιά μου».
Η Ασπασία παίρνει μια βαθιά ανάσα και συνεχίζει, απευθυνόμενη στον Δημοσθένη στην Γη της Ελιάς: «Τι εννοείς να συνέλθω; Να σκύψω και πάλι το κεφάλι και να συνεχίσω να σε υπηρετώ σα να μην έγινε τίποτα; Πώς; Με ποιο κουράγιο; Τόσα χρόνια έζησα δίπλα σου σαν ρομπότ. Σαν σκιά του εαυτού μου. Είχα κι εγώ όνειρα και σχέδια. Ήθελα να ζήσω, να δημιουργήσω, να έχω την δική μου προσωπικότητα. Με καταπίεσες τόσο που έφτασα να θεωρώ τα παιδιά μου εμπόδιο.
Άρχισα να μη με αναγνωρίζω πια Να ξεγελάω τον εαυτό μου με ρούχα και κοσμήματα και λούσα για να με αποκοιμίσω. Ξέχασα ποια είναι τα σημαντικά και ασχολούμουν μόνο με το τι θα φας εσύ. Με έκανες να πιστέψω ότι δουλειά μου είναι μόνο οι κατσαρόλες και τα καλοσιδερωμένα ρούχα σου. Εγώ η ίδια, σαν άνθρωπος, σαν μάνα, δεν υπήρχα πια. Μου ρούφαγες και τον αέρα που ανέπνεα. Έτσι έκανες και στον Κίμωνα. Τον έφτασες στο αμήν».