Η Γη της Ελιάς: Οι εξελίξεις στα επόμενα επεισόδια της σειράς θα είναι αποκαλυπτικές : O μεγάλος του έρωτας δεν είμαι εγώ ούτε κι εσύ! Είναι η Ιουλία!
Μετά την αποκάλυψη της Χρυσούλας η Αρετή το σκέφτεται συνεχώς: «Τι να την κάνω την τράπουλα καημένη Αρετή; Εδώ τα είδα με τα μάτια μου, από πρώτο χέρι!
Αυτή που φτιάχνει το σπίτι του συμβολαιογράφου, που είναι και τριτεξάδελφοι με τον Αποστόλη και την Άννα και μένει κοντά μου… και την είδα με τον άντρα σου! Να φιλιούνται! Στο σταυρό που σου κάνω! Λεπτή με ένα πρόσωπο αγγελικάτο αλλά τι να το κάνεις; Απ’ έξω μπέλα και από μέσα κατσιβέλα..
Μεγάλο τ@ουλί! Πεντακόσια μέτρα κάτω από μένα! Του Μαρκάτου το σπίτι νοίκιασε! Το ξέρεις;»
Η Αρετή θα πάρει την επόμενη ημέρα τηλέφωνο ξανά την Χρυσούλα για να το επιβεβαιώσει και την ρωτάει αν είναι σίγουρη κι αν υπάρχει περίπτωση να έχει κάνει λάθος: «Είσαι σίγουρη πως ο Στάθης φιλιόταν μ΄ αυτή; Ερωτικά; Μήπως ήταν φιλικό;» Η απάντηση της Χρυσούλας όμως είναι και πάλι η ίδια: «Πιο ερωτικά δεν γίνεται! Τους τρέχανε τα σάλια! Θες να ανοίξεις τα μάτια σου, άνοιξέ τα! Δεν θες;»…
Η Αρετή έχει φορτώσει για τα καλά πλέον. Είναι αποφασισμένη να βρεί την Εύα. Έτσι, λίγο αργότερα κατευθύνεται προς το σπίτι της και χτυπάει το κουδούνι. Η Εύα ανοίγει.. Η Αρετή δίνει μια σπρωξιά στην πόρτα, μπαίνει και την κλείνει.. Η Εύα ξαφνιάζεται.. την αναγνωρίζει και την
ρωτάει ευγενικά τι θέλει.
«Έχεις το θράσος μωρή γεβεντισμένη και ρωτάς τι θέλω;; Εσύ τι θέλεις και
τραβιέσαι με τον άντρα μου!! Λέγε μωρή ντώσα!! Πριν σε ξεμαλλιάσω γιατί δεν το γλιτώνεις, μάθε ότι ο Στάθης σε δουλεύει! Γιατί ο μεγάλος του έρωτας δεν είμαι ούτε εγώ αλλά ούτε κι εσύ! Είναι η Ιουλία Βρεττάκου! Αυτή σκέφτεται ολημερίς κι ολονυχτίς! Εσένα σε έχει για να περνάει την ώρα του!»
Η Εύα προσπαθεί να κρατηθεί και της λέει να περάσει έξω και ότι έχει να πεί να το πεί με τον Στάθη. Η Αρετή όμως είναι έξαλλη: «Έτσι σου είπαν βρε τσουλάκι;; Ε, πάρε να σου βρίσκεται!» Και της ρίχνει ένα ξεγυρισμένο χαστούκι και τη βουτάει απ΄ το μαλλί.
«Φτου σου να μου χαθείς
ξεφτιλισμένη! Που ήρθες από την Αθήνα να ξεμυαλίσεις του παντρεμένους της Μάνης! Και να ΄λεγα ότι είσαι και τίποτα σπουδαίο! Σαν μαδημένη ασπροκώλα είσαι!» Φτύνει κάτω, κοπανάει την πόρτα και φεύγει.. Η Εύα άναυδη, κρατάει το μάγουλό της…