Σαν σήμερα, 8 Φεβρουαρίου 1980, πεθαίνει ο Νίκος Ξυλούρης
Γεννήθηκε στις 7 Ιουλίου 1936, στο ορεινό χωριό Ανώγεια Μυλοποτάμου Ρεθύμνου της Κρήτης, από οικογένεια με μουσική παράδοση και πολλούς λυράρηδες. Μόλις πέντε ετών αναγκάστηκε να φύγει με την οικογένειά του και να πάει σε χωριό της επαρχίας Μυλοποτάμου, αφού οι Ναζί έκαψαν το χωριό του, όπου και παρέμειναν μέχρι και την απελευθέρωση της Κρήτης. Αδέλφια του είναι οι επίσης γνωστοί μουσικοί της κρητικής μουσικής, Αντώνης Ξυλούρης (Ψαραντώνης) και Γιάννης Ξυλούρης (Ψαρογιάννης).
Πρώτα χρόνια
Από μικρός είχε δείξει την κλίση του στη μουσική. Σε νεαρή ακόμα ηλικία, με τη βοήθεια του δασκάλου του, κατάφερε να πείσει τον πατέρα του να του αγοράσει την πρώτη του λύρα και πολύ γρήγορα άρχισε να παίζει σε γάμους και πανηγύρια. Στα 17 του αποφάσισε να μετακομίσει στο Ηράκλειο και έπιασε δουλειά στο νυχτερινό κέντρο «Κάστρο». Τα πράγματα όμως δεν ήταν όπως τα περίμενε γιατί βρέθηκε αντιμέτωπος με τη «μόδα» της Ευρωπαϊκής μουσικής, κάτι τελείως ξένο για αυτόν. Τα έσοδά του μόλις και μετά βίας έφταναν να τον συντηρήσουν και πέρασε δύσκολες εποχές. Παρόλα αυτά οι καλοί φίλοι που έχει αποκτήσει στο Ηράκλειο τον βοηθούν, οργανώνοντας γλέντια, και το όνομά του αρχίζει σιγά – σιγά να γίνεται γνωστό στο ευρύ κοινό.
Σε μια αποκριάτικη γιορτή βλέπει την Ουρανία Μελαμπιανάκη, την ερωτεύεται και παντρεύονται κρυφά 21 Μαΐου του 1958. Μαζί θα αποκτήσουν δύο παιδιά, τον Γιώργη και τη Ρηνιώ. Εκείνη την εποχή άρχισε να γίνεται γνωστός και το Νοέμβριο της ίδιας χρονιάς ηχογράφησε τον πρώτο του δίσκο με τίτλο «Μια μαυροφόρα που περνά«. Ο δίσκος αγαπήθηκε από το κοινό κι έτσι ο Νίκος ηχογράφησε κι άλλα τραγούδια σε δίσκους των 45 στροφών.
Ο «Αρχάγγελος της Κρήτης» στην Αθήνα
Το 1966 ο «Αρχάγγελος της Κρήτης», όπως τον χαρακτήριζαν τιμητικά, παίρνει μέρος σε ένα φεστιβάλ μουσικής στο Σαν-Ρέμο παίζοντας με τη λύρα του ένα συρτάκι. Τρία χρόνια αργότερα ηχογράφησε με μεγάλη επιτυχία το δίσκο «Ανυφαντού» και λίγους μήνες αργότερα εμφανίστηκε και πάλι σε Αθηναϊκό μουσικό κέντρο. Οι καταστάσεις, όμως, είχαν ωριμάσει πλέον και ο κόσμος τον υποστήριζε περισσότερο. Έτσι, μετακόμισε και πάλι στην Αθήνα. Εκεί γνώρισε τον ποιητή και σκηνοθέτη Ερρίκο Θαλασσινό, ο οποίος αποφάσισε να τον συστήσει στον Γιάννη Μαρκόπουλο και έτσι ξεκίνησε μια λαμπρή συνεργασία, με το δίσκο «Χρονικό» και τα «Ριζίτικα«. Παράλληλα, γνωρίστηκε με τον διευθυντή της δισκογραφικής εταιρίας Columbia και έγιναν κουμπάροι. Παρ’ όλα αυτά, η εκδοχή της συζύγου του για το ποιος ανακάλυψε το ταλέντο του άντρα της διαφέρει, αφού εκείνη υποστηρίζει πως ο διευθυντής της δισκογραφικής εταιρείας Columbia Τάκης Λαμπρόπουλος ήταν αυτός που έπαιξε καθοριστικό ρόλο.
Η περίοδος των μπουάτ της Πλάκας
Το 1971 ξεκίνησε κοινές εμφανίσεις με το Γιάννη Μαρκόπουλο στη μπουάτ «Λήδρα» και η φωνή του έγινε σύμβολο της αντίστασης. Εκείνα τα χρόνια συνεργάστηκε στενά με τον Θρακιώτη τραγουδοποιό Θανάση Γκαϊφύλλια στις μπουάτ της Πλάκας και σε συναυλίες σε όλη την Ελλάδα. Το καλοκαίρι του 1973 τραγούδησε στο θεατρικό έργο «Το μεγάλο μας τσίρκο» με πρωταγωνιστές τον Κώστα Καζάκο και τη Τζένη Καρέζη στο θέατρο «Αθήναιον«. Η μουσική ήταν του Σταύρου Ξαρχάκου.
Στην ακμή της καριέρας του, ο Νίκος Ξυλούρης διαπίστωσε ότι έχει καρκίνο στους πνεύμονες με μετάσταση στον εγκέφαλο. Μετά από μεγάλο αγώνα, πολλαπλές εγχειρήσεις και αρκετή ταλαιπωρία, έχασε τη μάχη στο Αντικαρκινικό Πειραιώς στις 8 Φεβρουαρίου 1980, σε ηλικία μόλις 43 χρονών.
Είναι ενταφιασμένος στο πρώτο νεκροταφείο Αθηνών.
https://www.youtube.com/watch?time_continue=1&v=NX6a7sGzAyY
Με τη φωνή και το ήθος του σημάδεψε τα χρόνια της χούντας, την αντίσταση σε αυτήν, αλλά και τα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης. Όπως ο ίδιος έλεγε μετά τη μεταπολίτευση, αναφερόμενος στους ανθρώπους της μουσικής βιομηχανίας, «Εγώ τους ίδιους ανθρώπους έβλεπα να κανονίζουν επί χούντας, τους ίδιους βλέπω και τώρα».