Ἃς ἀνασάνουμε λίγο. Μᾶς ἔπνιξαν οἱ ἀναθυμιάσεις ἀπὸ τὸ ἀποτεφρωτήριο τῆς ἱστορικῆς εὐθανασίας, στὸ ὁποῖο μᾶς ὁδηγοῦν οἱ λυσασμένοι ἐθνομηδενιστές. Ἃς ἀρωματιστοῦμε ἀπὸ τὴν εὐωδία τοῦ ΄40.
Τὸ 1999 ἀπὸ τὶς ἐξαιρετικὲς ἐκδόσεις «Γκοβόστης» μεταφράστηκε καὶ κυκλοφορήθηκε τὸ βιβλίο τοῦ Ἰταλοῦ στρατηγοῦ Βισκόντι Πράσκα μὲ τίτλο: «Ἐγὼ εἰσέβαλα στὴν Ἑλλάδα» (Τὸ βιβλίο γράφτηκε τὸ 1946). Ὁ συγγραφέας τοῦ ἦταν Ἀνώτερος Διοικητὴς τῶν Ἰταλικῶν Δυνάμεων Ἀλβανίας ἀπὸ τὶς 5 Ἰουνίου ἕως τὶς 8 Νοεμβρίου τοῦ 1940, ὅταν λόγω ἀποτυχίας τῶν σχεδίων του, ἀντικαταστάθηκε ἀπὸ τὸν στρατηγὸ Σοντού, μέχρι τότε ὑφυπουργὸ Στρατιωτικῶν. Τὸ βιβλίο παρουσιάζει ἐξαιρετικὸ ἐνδιαφέρον, ἐπέχει θέση ντοκουμέντου, ὄχι μόνο γιὰ τοὺς ἁπλοὺς φιλίστορες ἀναγνῶστες, ἀλλὰ καὶ γιὰ τοὺς ἐπίμονους ἱστορικοὺς ἐρευνητές.
Ὡς εἴθισται, στὰ αὐτοβιογραφικὰ κείμενα ἡττημένων σὲ πολέμους πρωταγωνιστῶν, ὁ Πράσκα προσπαθεῖ νὰ ἀποσείσει τὶς εὐθύνες του καὶ ἀποδίδει τὴν μὴ εὐνοϊκὴ ἐξέλιξη τῶν ἐπιχειρήσεων στὶς πρῶτες κρίσιμες ἡμέρες στοῦ πολέμου, πέρα ἀπὸ τὶς ἀντίξοες καιρικὲς συνθῆκες στὴν Ἀνώτατη Στρατιωτικὴ Ἡγεσία, καταλογίζοντας της εὐθύνες γιά:
Α) Ἀνεπαρκῆ ἀεροπορικὴ ὑποστήριξη.
Β) Καθυστέρηση τῆς ἀφίξεως τῶν προβλεπόμενων ἀπὸ τὴν Ἰταλία ἐνισχύσεων.
Γ) Ματαίωση τῆς προκαθορισμένης καταλήψεως τῆς Κέρκυρας ταυτόχρονα μὲ τὴν ἔναρξη τῶν ἐχθροπραξιῶν.
Καταλήγει ὅτι κανεὶς δὲν ἤθελε τὸν πόλεμο, ἐκτὸς ἀπὸ τὸν Μουσολίνι, ἀποκαλύπτοντας τὴν σαθρότητα καὶ τὴν δουλοπρέπεια ποὺ διέτρεχε τὸ φασιστικὸ καθεστώς, ἀποκρύπτοντας καὶ τὶς εὐθύνες του, ἀλλὰ καὶ τὴν ἔπαρσή τῆς τότε ἰταλικῆς ἡγεσίας.
Μέχρι τὴν ἔναρξη τοῦ πολέμου οἱ ποταποὶ ὑμνωδοὶ τοῦ Μουσολίνι, περιφρονοῦσαν τοὺς Ἕλληνες, βαυκαλίζονταν μὲ στρατιωτικοὺς περιπάτους τῶν ὀκτῶ ἑκατομμυρίων λογχῶν, φούσκωναν τὸν λαό τους μὲ ρωμαϊκὲς αὐτοκρατορίες. Οἱ σημαντικότερες, ὅμως, σελίδες τοῦ βιβλίου δὲν εἶναι οἱ ἐνδιαφέρουσες ἐκμυστηρεύσεις τοῦ Πράσκα, ἀλλὰ τὰ «Παραρτήματα» καὶ δὴ τὸ 7ο. Ἐκεῖ διαβάζουμε: (Ἐν περιλήψει).
Ἡ ἰταλικὴ ἐφημερίδα « Il Tempo» στὶς 13 Ἰουλίου 1944, δημοσίευσε τὰ πρακτικά τῆς περίφημης σύσκεψης τοῦ Ἀνωτάτου Φασιστικοῦ Συμβουλίου ποὺ ἔγινε στὶς 15 Ὀκτωβρίου 1940, στὸ Παλάτσο Βενέτσια καὶ στὸ ὁποῖο καθορίστηκαν οἱ γενικὲς γραμμὲς τῆς εἰσβολῆς στὴν Ἑλλάδα. Μετέχουν: ὁ Μουσολίνι, ὁ Τσιάνο, γαμπρός του καὶ ΥΠΕΞ, ὁ Πράσκα, ὁ Σοντού, ὁ Μπαντόλιο, ὁ Ροάττα (ὅλοι στρατηγοὶ) καὶ ὁ Τζακομόνι, τοποτηρητὴς τοῦ καθεστῶτος στὴν Ἀλβανία. Ἀπὸ τὶς συζητήσεις διαφαίνεται ἡ κουφότητα, ἡ ἀθλιότητα, ἡ ἀλαζονεία, ἡ ἀσυνειδησία αὐτῶν τῶν ἀνθρώπων. Μεταφέρω κάποιους διαλόγους:
«Μουσολίνι: Ποιὰ εἶναι ἡ κατάσταση τοῦ ἠθικοῦ τοῦ ἑλληνικοῦ πληθυσμοῦ;
Τζακομόνι: Φαίνεται ὅτι εἶναι σὲ πολὺ χαμηλὸ ἐπίπεδο.
Τσιάνο: Παρουσιάζεται μιὰ σαφής, διαίρεση μεταξύ του πληθυσμοῦ καὶ μιᾶς ἡγετικῆς τάξεως πολιτικῶν καὶ πλουτοκρατῶν. Ἡ τελευταία διατηρεῖ ζωντανό το πνεῦμα τῆς ἀντιστάσεως καὶ τὴν ἀγγλοφιλία στὴ χώρα. Αὐτὴ εἶναι μιὰ ἐλάχιστη τάξη ἀνθρώπων πολὺ πλουσίων, ἐνῶ ἡ ἄλλη (ὁ λαὸς) εἶναι ἀδιάφορη γιὰ ὅλα τα συμβαίνοντα, συμπεριλαμβανομένης καὶ τῆς εἰσβολῆς μας….
Μουσολίνι: Ποιὸ εἶναι τὸ ἠθικό τῶν Ἑλλήνων στρατιωτῶν;
Πράσκα: Δὲν εἶναι ἄνθρωποι ποὺ θὰ τοὺς ἄρεσε νὰ πολεμήσουν.
Μουσολίνι: Θὰ πρέπει νὰ δοῦμε πὼς θὰ παρουσιάσουμε τὰ προσχήματα γι’ αὐτὴν τὴν ἐπιχείρηση…νὰ σκηνοθετήσουμε ἕνα ἐπεισόδιο.
Τζακομόνι: Ἐγὼ μπορῶ νὰ κάνω κάτι στὰ σύνορα, ὅπως ἐπεισόδια μεταξὺ κατοίκων τῆς Τσαμουριᾶς καὶ τῶν Ἑλληνικῶν ἀρχῶν. (Ἐμφανέστατος ὁ ἀείδουλος καὶ προδοτικὸς ρόλων τῶν Τσάμηδων. Αὐτὸ πρέπει νὰ προβληθεῖ, γιὰ νὰ κατανοήσουν ὅλοι τὴν ξεφτίλα τῶν Ἀλβανῶν ὅταν μιλοῦν γιὰ Τσαμουριές).
Μουσολίνι: Ὅλα αὐτὰ ἔχουν μιὰ ἀμελητέα ἀξία γιὰ μένα καὶ συνιστοῦν μιὰ κάποια συγκάλυψη. Μολαταύτα εἶναι καλὸ νὰ μπορέσετε νὰ τὰ δημιουργήσετε σὲ τρόπο ὥστε νὰ δοθεῖ ἀφορμὴ γιὰ τὸ ἄναμμα τοῦ φιτιλιοῦ…
Τσιάνο: Πότε ἐπιθυμεῖτε νὰ λάβει χώρα τὸ ἐπεισόδιο;
Μουσολίνι: Στὶς 24 Ὀκτωβρίου.
Τσιάνο: Στὶς 24 νὰ εἶστε βέβαιος ὅτι θὰ συμβεῖ.
Μουσολίνι: Πῶς βλέπετε τὴν πορεία πρὸς τὴν Ἀθήνα, ἀφοῦ θὰ ἔχει καταληφθεῖ ἡ Ἤπειρος;
Πράσκα: Δὲν βλέπω πολλὲς δυσκολίες. Ἀρκεῖ μιὰ δύναμη 5 ἢ 6 Μεραρχιῶν ἐπιπλέον τῶν ὑπαρχόντων. (Σύμφωνα μὲ τὸν Ἰταλὸ κριτικὸ Α. Τόστι καὶ στὸ σύγγραμά του «ὁ πόλεμος ποὺ δὲν ἔπρεπε νὰ γίνει», ἡ ἐκστρατεία κατὰ τῆς Ἑλλάδας: «Ἀπορρόφησε καὶ καταπόνησε 30 Μεραρχίες μὲ 700.000 ἄνδρες, 90.000 κτήνη καὶ 17.000 αὐτοκίνητα καὶ στοίχισε 14.000 νεκρούς, 51.000 τραυματίες καὶ 25.000 αἰχμαλώτους καὶ ἀγνοουμένους καὶ ὑπὲρ τοὺς 12.000 ἀχρηστευθέντες ἀπὸ κρυοπαγήματα»).
Ἀπὸ τὰ πρακτικά της ἱστορικῆς ἐκείνης συσκέψεως ἐξάγονται κάποια συμπεράσματα:
Πρώτον: Οἱ ὑπερφίαλοι Ἰταλοὶ ὑποτιμοῦν καὶ περιφρονοῦν τὴν ἀξία (τὸ ἀξιόμαχο) καὶ τὴν φιλοπατρία τοῦ λαοῦ μας. Ὅπως καὶ οἱ τωρινοὶ ὀχτροί.
Δεύτερον: Διακρίνουν «μιὰ διαίρεση» τοῦ ἁπλοῦ λαοῦ καὶ τῆς ἡγετικῆς τάξης (πολιτικοὶ – πλουτοκράτες). Ὅπως ἀκριβῶς συμβαίνει καὶ σήμερα. Μόνο ποὺ ὁ ἀδιάφορος γιὰ τοὺς Ἰταλοὺς αὐτὸς λαός, κατασκοτώθηκε στὴν Βόρειο Ἤπειρο, δείχνοντας στὴν γονατισμένη Εὐρώπη ὅτι οἱ ἥρωες πολεμοῦν σὰν Ἕλληνες. (Οἱ ἀπώλειες τοῦ Ἑλληνικοῦ Στρατοῦ σύμφωνα μὲ τὸ Γ.Ε.Σ. ἦταν: 13.752 νεκροί, 62.663 τραυματίες – ἀπὸ τοὺς ὁποίους περίπου 25.000 παγόπληκτοι – 3.955 ἀγνοούμενοι καὶ αἰχμάλωτοι).
Τρίτον: Φασιστικὰ (ἢ κεμαλοφασιστικὰ) καθεστῶτα θεωροῦν τοὺς λαοὺς «κρέας γιὰ μακέλεμα». Καὶ σήμερα ποὺ γειτνιάζουμε μὲ τέτοια τυχοδιωκτικὰ κράτη, ὀφείλουμε νὰ καλλιεργήσουμε τὸ πνεῦμα αὐτοθυσίας καὶ ἀντίστασης τοῦ λαοῦ μας.
Ὅλοι μαζὶ οἱ Ἕλληνες, πλὴν τῆς ἡγετικῆς τάξης τῶν κηφήνων καὶ τῶν ποικιλώνυμων Γραικύλων.
Κλείνω μ’ ἕνα ἡρωικὸ γεγονὸς ποὺ διασώζει ὁ Σ. Μυριβήλης καὶ τὸ ἀνέφερε κατὰ τὴν πανηγυρικὴ ὁμιλία του στὴν Ἀκαδημία Ἀθηνῶν, τὸ 1960: «Πολὺς κόσμος ἔτρεχε νὰ δώσει αἷμα τὶς ἡμέρες τοῦ πολέμου. Ἦταν ἐκεῖ νέοι, κοπέλες, γυναῖκες, μαθητές, παιδιὰ ποὺ περίμεναν τὴ σειρά τους. Μιὰ μέρα, ὁ ἐπὶ τῆς αἱμοδοσίας φίλος μου γιατρός, εἶδε στὴ σειρὰ τῶν αἱμοδοτῶν ποὺ περίμεναν, νὰ στέκεται καὶ ἕνα γεροντάκι.
Ἐσὺ παππούλη τί θέλεις ἐδῶ; Ἦρθα, κι ἐγώ, γιατρέ, νὰ δώσω αἷμα. Ὁ γιατρὸς τὸν κοίταξε μὲ ἀπορία καὶ συγκίνηση. Ὁ γέρος παρεξήγησε τὸ δισταγμό του. Ἡ φωνὴ του ἔγινε πιὸ ζωηρή. Μὴ μὲ βλέπεις ἔτσι, γιατρέ μου. Εἶμαι γέρος, τὸ αἷμα εἶναι καθαρό, καὶ ποτές μου δὲν ἀρρώστησα.
Εἶχα τρεῖς γιούς. Σκοτώθηκαν καὶ οἱ τρεῖς ἐκεῖ πάνω. Χαλάλι τῆς πατρίδας. Μοῦ εἶπαν πὼς οἱ δύο πῆγαν ἀπὸ αἱμορραγία.
Λοιπόν, εἶπα στὴ γυναίκα μου, θὰ ‘ναὶ κι ἄλλοι πατεράδες, ποὺ μπορεῖ νὰ χάσουν τὰ παλληκάρια τους, γιατί δὲν θὰ ‘χοῦν οἱ γιατροὶ μας αἷμα νὰ τοὺς δώσουν. Νὰ πάω νὰ δώσω κι ἐγὼ τὸ δικό μου. Ἄιντε, πήγαινε γέρο, μοῦ εἶπε κι ἃς εἶναι γιὰ τὴν ψυχὴ τῶν παιδιῶν μας. Κι ἐγὼ σηκώθηκα καὶ ἦρθα». Γι’ αὐτὸ νικήσαμε, γιατί πολεμοῦσε ὅλος ὁ λαός. Τὴν πιὸ μεγαλειώδη μάχη τὴν κέρδισαν οἱ…ἄμαχοι.
ΥΓ. Νὰ ὑπενθυμίσω ὅτι στὸ βιβλίο γλώσσας τῆς Ε’ Δημοτικοῦ, στὸ σχετικὸ ἀφιέρωμα γιὰ τὴν ἐθνικὴ ἐπέτειο, περιέχεται κείμενο μὲ τὸν ἑξῆς τίτλο: «Ἡ Ἰταλία μᾶς κήρυξε τὸν πόλεμο» καὶ ὑπότιτλο«καὶ ἐμεῖς πήγαμε στὸ ὑπόγειο». Τὴν ἡμέρα τῆς 28ης Ὀκτωβρίου τοῦ 1940 ξέρουμε ὅτι ὁ λαὸς ξέσπασε, πανηγύριζε, ξεχύθηκε στοὺς δρόμους ἀνεμίζοντας γεμάτος χαρά, τὴν γαλανόλευκη. Οἱ καντιποτένιοι τοῦ ἀφελληνισμοῦ μαγαρίζουν τὴν γιορτὴ μὲ κείμενα δειλίας, φόβου καὶ ἠττοπάθειας…
Γράφει ὁ Δημήτρης Νατσιὸς, δάσκαλος-Κιλκὶς