Σε ηλικία 25 ετών η Νάντια Μουράντ έχει καταφέρει να επιζήσει από μία τις χειρότερες περιόδους του λαού της, των Γιαζίντι στο Ιράκ, για να γίνει μια σεβαστή εκπρόσωπός τους και τελικά να τιμηθεί με το Νόμπελ Ειρήνης.
Η νεαρή αυτή κοπέλα με το λεπτό και χλωμό πρόσωπο που το στολίζουν καστανά μαλλιά ζούσε ήρεμα στο χωριό Κόσο, κοντά στο προπύργιο των Γιαζίντι, το Σιντζάρ, μια ορεινή περιοχή στη μεθόριο Ιράκ και Συρίας. Η επέλαση του Ισλαμικού Κράτους το 2014 άλλαξε όμως τα πάντα.
Μία ημέρα του Αυγούστου τζιχαντιστές που επέβαιναν σε φορτηγάκια εισέβαλαν στο χωριό της Νάντιας, σκότωσαν τους άνδρες, πήραν για στρατιώτες τα αγόρια και ανάγκασαν χιλιάδες γυναίκες στη σεξουαλική σκλαβιά.
Ακόμη και σήμερα η Νάντια Μουράντ, μαζί με τη φίλη της Λάμια Χάτζι Μπασάρ, με την οποία τιμήθηκαν το 2016 με το βραβείο Ζαχάροφ από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, δεν έχει σταματήσει να επαναλαμβάνει ότι περισσότερες από 3.000 γυναίκες Γιαζίντι εξακολουθούν να αγνοούνται και πιθανόν να είναι ακόμη αιχμάλωτες.
Οι τζιχαντιστές θέλησαν «να μας στερήσουν την τιμή μας, όμως έχασαν τη δική τους», είχε δηλώσει η Μουράντ απευθυνόμενη στους ευρωβουλευτές.
Η ίδια έχει οριστεί από τον ΟΗΕ «πρέσβειρα για την αξιοπρέπεια των θυμάτων του τράφικινγκ». Αυτή τη διακίνηση ανθρώπων την έζησε στο πετσί της.
Οι τζιχαντιστές οδήγησαν με τη βία τη Μουράντ στη Μοσούλη, την ιρακινή πρωτεύουσα του «χαλιφάτου» τους, όπου η περιπέτειά της διήρκησε μήνες.
Βασανίστηκε, βιάστηκε, πουλήθηκε επανειλημμένα στις αγορές των σκλάβων του ΙΚ, αναγκάστηκε να απαρνηθεί τη θρησκεία της: η Νάντια Μουράντ τα έζησε όλα.
Διότι οι τζιχαντιστές του ΙΚ θεωρούν τους Γιαζίντι αιρετικούς. Μια μειονότητα κουρδόφωνη, πιστή σε μια αρχαία θρησκεία, που λατρεύει έναν μοναδικό Θεό και «στον επικεφαλής των αγγέλων», τον οποίο αντιπροσωπεύει ένα παγώνι.
Όπως χιλιάδες άλλες γυναίκες Γιαζίντι, η Μουράντ αναγκάστηκε να «παντρευτεί» έναν τζιχαντιστή, ο οποίος τη χτυπούσε, όπως έχει δηλώσει η ίδια στη διάρκεια μιας συγκλονιστικής ομιλίας της στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ στη Νέα Υόρκη.
«Αδυνατούσα να αντέξω τόσους βιασμούς και τόση βία», επεσήμανε για να εξηγήσει τους λόγους που την ώθησαν να δραπετεύσει, ένα σχέδιο που κατάφερε να θέσει σε εφαρμογή χάρη στη βοήθεια μιας οικογένειας μουσουλμάνων στη Μοσούλη.
Με πλαστά χαρτιά η Μουράντ έφτασε μέχρι το Ιρακινό Κουρδιστάν, μερικές δεκάδες χιλιόμετρα από τη Μοσούλη, όπου βρέθηκε εν μέσω του πλήθους των εκτοπισμένων σε καταυλισμούς.
Από εκεί, αφού έμαθε για τον θάνατο έξι αδελφών της και της μητέρας της, ήρθε σε επαφή με μια οργάνωση που βοηθά τους Γιαζίντι για να βρει την αδελφή της στη Γερμανία.
Σε αυτήν τη χώρα, όπου ζει ακόμη και την οποία εξαίρει για τη θερμή υποδοχή που έχει εξασφαλίσει στους Γιαζίντι, η Μουράντ στράφηκε στον ακτιβισμό και έγινε η πλέον γνωστή εκπρόσωπος του λαού της παγκοσμίως. Μια μειονότητα που μετρούσε 550.000 μέλη στο Ιράκ πριν από το 2014.
Σήμερα σχεδόν 100.000 Γιαζίντι έχουν εγκαταλείψει το Ιράκ και άλλοι έχουν αναζητήσει καταφύγιο στο Ιρακινό Κουρδιστάν.
Από τη Γερμανία διεξάγει «τον αγώνα για τον λαό της», όπως λέει η ίδια: φέρνει στο φως της δημοσιότητας τις διώξεις που υπέστησαν οι Γιαζίντι από το ΙΚ, τις οποίες χαρακτηρίζει γενοκτονία.
Εκτός από τη Νάντια Μουράντ, οι Γιαζίντι έχουν και μία ακόμη σύμμαχο, την Αμάλ Κλούνεϊ, τη Βρετανολιβανέζα γνωστή δικηγόρο υπέρμαχο των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, η οποία έγραψε και τον πρόλογο στο βιβλίο της Νάντιας.
Πριν από ακριβώς έναν χρόνο, μετά την έκκλησή της, το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ δεσμεύθηκε να βοηθήσει τις αρχές του Ιράκ να συγκεντρώσουν αποδείξεις για τα εγκλήματα εναντίον των Γιαζίντι.
Ο «αγώνας» της Νάντιας Μουράντ της επιφύλαξε όμως και όμορφες εκπλήξεις. Στις 20 Αυγούστου ανακοίνωσε μέσω Twitter τον αρραβώνα της με έναν άλλο ακτιβιστή υπέρ των Γιαζίντι, τον Αμπίντ Σαμντίν. «Ο αγώνας για τον λαό μας μάς έφερε κοντά και θα συνεχίσουμε αυτό τον δρόμο μαζί», έγραψε, συνοδεύοντας την ανακοίνωση με μια φωτογραφία της μαζί με τον νεαρό σύντροφό της.