Γιανούλης Χαλεπάς: Μια ζωή μεταξύ τρέλας και θριάμβου

Γιανούλης Χαλεπάς

Ο Γιαννούλης Χαλεπάς ήταν ο πιο διακεκριμένος γλύπτης της νεότερης Ελλάδας και με το έργο του επηρέασε και εξακολουθεί να επηρεάζει γλύπτες τόσο στην Ελλάδα, όσο και στο εξωτερικό.

Το έργο του Χαλεπά χωρίζεται σε τρεις περιόδους: Η πρώτη περίοδος, 1870 – 1878, καλύπτει τα νεανικά του χρόνια μέχρι την εμφάνιση της αρρώστιας του. Η δεύτερη περίοδος, 1902 – 1930, καλύπτει τα χρόνια που έζησε και εργάστηκε στην Τήνο μετά την επάνοδό του από το Ψυχιατρείο της Κέρκυρας. Η τρίτη περίοδος ταυτίζεται με την εποχή που έζησε και δημιούργησε στην Αθήνα, δηλαδή τα χρόνια 1930 – 1938.

Γεννήθηκε στην Τήνο στις 14 Αυγούστου 1851. Ο πατέρας του, Ιωάννης, και ο θείος του είχαν μεγάλη οικογενειακή επιχείρηση μαρμαρογλυπτικής. Οι γονείς του ήθελαν να γίνει έμπορος, αλλά ο ίδιος τελικά αποφάσισε να σπουδάσει γλυπτική.

Από το 1869 έως το 1872, μαθήτευσε στο Σχολείον των Τεχνών. Το 1873 πηγαίνει στο Μόναχο με υποτροφία του Πανελλήνιου Ιδρύματος Ευαγγελιστρίας Τήνου, για να συνεχίσει τις σπουδές του στην Ακαδημία Καλών Τεχνών.

Κατά την διάρκεια της παραμονής του στο Μόναχο, εξέθεσε τα έργα του «Το παραμύθι της Πεντάμορφης» και «Σάτυρος που παίζει με τον Έρωτα», για τα οποία και βραβεύθηκε.

Το 1876 επέστρεψε στην Αθήνα, όπου άνοιξε δικό του εργαστήριο. Το 1877 ολοκλήρωσε στο μάρμαρο τον Σάτυρο που παίζει με τον Έρωτα, και τον ίδιο χρόνο άρχισε να δουλεύει το πιο διάσημο γλυπτό του, την Κοιμωμένη για τον τάφο της Σοφίας Αφεντάκη στο Α΄ Νεκροταφείο Αθηνών.

Το 1877 υπέστη νευρικό κλονισμό, χωρίς κανέναν προφανή λόγο, άρχισε να καταστρέφει έργα του, ενώ επιχείρησε κατ” επανάληψη να αυτοκτονήσει.

Οι γονείς του τον έστειλαν ταξίδι στην Ιταλία, για να συνέλθει, αλλά η θεραπεία ήταν μόνο πρόσκαιρη. Με την επιστροφή του στην Ελλάδα άρχισαν ξανά τα συμπτώματα.

Καθώς η κατάστασή του επιδεινώνονταν συνεχώς, το 1888, οι γιατροί διέγνωσαν «άνοια» και οι δικοί του αποφάσισαν να τον κλείσουν στο Δημόσιο Ψυχιατρείο της Κέρκυρας. Στο Ψυχιατρείο, ο Χαλεπάς αντιμετωπίστηκε με πολύ σκληρό τρόπο.

Το 1901, πέθανε ο πατέρας του και έναν χρόνο μετά, η μητέρα τον παίρνει μαζί της στον Πύργο της Τήνου.

Ότι έπλαθε το κατέστρεφε είτε ο ίδιος είτε η μητέρα του, που φαίνεται ότι θεωρούσε τη γλυπτική υπαίτια για την ασθένεια του γιου της.

Όταν πέθανε η μητέρα του το 1916, ο Χαλεπάς είχε ξεκόψει παντελώς από την τέχνη του. Ζούσε πάμφτωχος βοσκώντας πρόβατα. Βρήκε ωστόσο το κουράγιο και άρχισε ξανά να ασχολείται με την γλυπτική.

Τα μέσα που διέθετε ήταν παντελώς πρωτόγονα, αλλά εκείνος με πείσμα άρχισε να δημιουργεί για να κερδίσει τον χαμένο χρόνο.

Το 1923, ο Θωμάς Θωμόπουλος, καθηγητής στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο και θαυμαστής του Χαλεπά, αντέγραψε σε γύψο πολλά έργα του γλύπτη για να τα παρουσιάσει στην Ακαδημία Αθηνών το 1925.

Η έκθεση αυτή είχε ως αποτέλεσμα να βραβευθεί ο γλύπτης το 1927 με το Αριστείο των Τεχνών.

Το 1928 πραγματοποιήθηκε δεύτερη έκθεση έργων του στο Άσυλο Τέχνης, και το 1930 ο γλύπτης αποφάσισε να εγκατασταθεί στην Αθήνα.

Άφησε την τελευταία του πνοή στην Αθήνα στις 15 Σεπτεμβρίου 1938.

 

– Ένα από τα πιο ονομαστά γλυπτά του Γιαννούλη Χαλεπά, είναι «Η Κοιμωμένη», που βρίσκεται στον τάφο της Σοφίας Αφεντάκη στο Α’ Νεκροταφείο Αθηνών.
– Σήμερα γνωρίζουμε ότι τα αίτια της ψυχασθένειάς του ήταν η τελειομανία του, η υπερκόπωση από την αδιάκοπη εργασία και ένας ατυχής έρωτας για μία νεαρή συμπατριώτισσά του, που την ζήτησε σε γάμο και οι γονείς της αρνήθηκαν να του την δώσουν.
– Λέγεται πως από όσα προσπάθησε να δημιουργήσει μέσα στο Ψυχιατρείο ένα μόνον έργο σώθηκε, κλεμμένο από κάποιον φύλακα και παραπεταμένο στα υπόγεια του ιδρύματος, όπου ξαναβρέθηκε τυχαία το 1942.
– Το 1925 έγινε έκθεση έργων του στην Ακαδημία Αθηνών, από την οποία βραβεύτηκε το 1927 με το Αριστείο των Τεχνών.

– Συνολικά σώζονται σήμερα εκατόν δεκαπέντε γλυπτά του Χαλεπά, ενώ υπάρχουν μαρτυρίες για άλλα τριάντα περίπου, που είτε καταστράφηκαν ή αγνοείται η τύχη τους.

 

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *