Ένα από τα ανησυχητικά φαινόμενα της εποχής μας, είναι και η αύξηση των ποσοστών της παιδικής παχυσαρκίας.
Όλο και μικρότερης ηλικίας παιδιά, εμφανίζουν αυξημένο σωματικό βάρος προκαλώντας ανησυχία στην οικογένεια αλλά και την προτροπή των παιδιάτρων για απώλεια βάρους.
γράφει ο Μανώλης Μανωλαράκης, Διατολόγος-Διατροφολόγος
Η επιλογή για επίσκεψη σε διαιτολόγο για να διαμορφώσει ένα πρόγραμμα διατροφής είναι πλέον όλο και πιο συχνή. Τα περιστατικά υπέρβαρων παιδιών στα διαιτολογικά γραφεία, όλο και πυκνώνουν.
Τις πιο πολλές φορές οι γονείς αναζητούν κάποιον να νουθετήσει, να εξηγήσει και να καθοδηγήσει το παιδί. Να βάλει κανόνες και όρια και να “επιβάλει” μια διαφορετική σχέση του παιδιού με το φαγητό και τη διατροφή. Και ακριβώς αυτή η στάση δείχνει και τη πραγματική διάσταση του προβλήματος.
Καμία προσπάθεια διατροφικής παρέμβασης σε ένα παιδί δεν μπορεί να επιβληθεί από τα άνω, από τον διαιτολόγο ή την οικογένεια. Η παρέμβαση λειτουργεί ΜΕΣΑ και ΜΑΖΙ με την υπόλοιπη οικογένεια.
Σε ένα σύνολο ατόμων που ζουν καθημερινά και αλληλεπιδρούν στην καθημερινότητά τους, οι διαπροσωπικές σχέσεις και ισορροπίες είναι πολλές φορές η αιτία των διατροφικών δυσλειτουργιών, είτε αυτές εκφράζονται μέσα από την άρνηση λήψης της τροφής είτε μέσα από την υπερκατανάλωση της.
Η οικογένεια και το άμεσο περιβάλλον έχουν πρωταγωνιστικό ρόλο στην διατροφή του παιδιού, ειδικότερα δε στη προσπάθεια αντιμετώπισης του προβλήματος.
Οι γονείς ως άμεσα υπεύθυνοι για την διατροφή του παιδιού, είναι αυτοί που καλούνται να υλοποιήσουν και να εφαρμόσουν στην πράξη τις οδηγίες του διαιτολόγου. Είναι αυτοί που πρέπει να τις μεταφέρουν και αρκετές φορές να επιβάλλουν στο υπόλοιπο περιβάλλον, θεμελιώνοντας ένα σταθερό και ομοιόμορφο πλαίσιο σε γονείς, θείους και φίλους.
Είναι όμως και οι αυτοί οι πρώτοι που πρέπει να δώσουν ζωντανά παραδείγματα της προσπάθειας.
Να μην αποτελούν απλά αναμεταδότες ενός μηνύματος αλλά κυριολεκτικά να γίνουν η ίδια η ενσάρκωση του. Πράγμα δύσκολο αρκετές φορές γιατί και οι ίδιοι έχουν τους δικούς τους παράλληλους ρυθμούς ζωής, τις δικές τους προσωπικές προτιμήσεις. Η ισορροπία πολλές φορές είναι δύσκολη και μέχρι να φτάσουν σε μια μεγαλύτερη ηλικία τα παιδιά, να μπορούν να κατανοήσουν την έννοια της ατομικότητας και της αυτοτέλειας της προσωπικότητας θα πρέπει να θυσιάσουν τα εγώ και τα θέλω τους για την επίτευξη του στόχου.
Ίσως θα πρέπει να αναζητήσουν και εσωτερικές οικογενειακές δυσλειτουργίες ή ανισορροπίες που έχουν μια σημαντική επίδραση στη διατροφική συμπεριφορά του παιδιού. Σε κάθε περίπτωση όμως, μια διατροφική παρέμβαση, επιβάλλει και την εσωτερική αναζήτηση της ίδιας της οικογένειας και πολλές φορές τον σαφή προσδιορισμό στόχων που ίσως να μην σχετίζονται άμεσα με αυτό καθεαυτό το φαγητό.
Γιατί η προσπάθεια δεν σχετίζεται με την αλλαγή ενός μεγέθους ζύγισης, αλλά ανατροπής των όρων που προκάλεσαν την κακή διατροφή του παιδιού. Και αυτό είναι αυστηρά οικογενειακή υπόθεση.