Κώστας Ταχτσής: O συγγραφέας που σφράγισε την ελληνική λογοτεχνία – Tο μακάβριο τέλος του

Κώστας Ταχτσής: O συγγραφέας που σφράγισε την ελληνική λογοτεχνία - Tο μακάβριο τέλος του

Σαν σήμερα ο Κώστας Ταχτσής στις 25 Αυγούστου του 1988, δολοφονήθηκε. Υπήρξε ποιητής και συγγραφέας της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς. Το μοναδικό μυθιστόρημά του «Το τρίτο στεφάνι», που εκδόθηκε το 1962, σφράγισε την ελληνική λογοτεχνία.

Δηλωμένος ομοφυλόφιλος και τραβεστί, ο Κώστας Ταχτσής δολοφονήθηκε άγρια κάτω από άγνωστες συνθήκες στο σπίτι του στον Κολωνό στις 25 Αυγούστου 1988, σύμφωνα με την ιατροδικαστική έκθεση.Το έγκλημα παραμένει ακόμα ανεξιχνίαστο και ο δράστης του ασύλληπτος. Ο γνωστός δημοσιογράφος Κώστας Τσαρούχας στο βιβλίο του «Η δολοφονία του συγγραφέα» υποστηρίζει ότι τον Ταχτσή τον σκότωσε ο τελευταίος του πελάτης, όταν διαπίστωσε πως στο κρεβάτι δεν βρισκόταν με γυναίκα, αλλά με άντρα.

Το πτώμα του αδερφού της Κώστα Ταχτσή βρήκε η αδελφή του Ελπίδα στο σπίτι του στον Κολωνό. Το ιατροδικαστικό πόρισμα μιλούσε για στραγγαλισμό που είχε γίνει πριν από 48 ώρες, νωρίς το βράδυ της Πέμπτης. Ο Ταχτσής ήταν 61 ετών. Γείτονας όμως κατέθεσε ότι είδε τον γνωστό συγγραφέα να μπαίνει στο σπίτι του συνοδευόμενος από κάποιους νεαρούς, ξημερώματα Παρασκευής.

Η αστυνομία εξαπέλυσε ανθρωποκυνηγητό σε όλη τη γειτονιά του Κολωνού, τους γύρω δρόμους του Μεταξουργείου μέχρι την Ομόνοια, για την ανακάλυψη του δράστη. Οι πληροφορίες που συγκέντρωσαν μιλούσαν για τρία άτομα που το ίδιο βράδυ είχαν επισκεφθεί το σπίτι του Ταχτσή. Ο τελευταίος ήταν γύρω στα τριάντα, μελαχρινός με μουστάκι και καλοντυμένος.

Γύρω από αυτόν επικεντρώνονται οι έρευνες. Όμως ο δράστης δεν θα βρεθεί ποτέ. Τα δακτυλικά αποτυπώματα που συλλέγονται στο σπίτι αποδεικνύεται ότι ανήκουν σε συγγενικά ή φιλικά με το θύμα πρόσωπα, υπεράνω κάθε υποψίας. Έτσι, η δολοφονία του Κώστα Ταχτσή αρχειοθετείται.

Ο Κώστας Ταχτσής γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη στις 8 Οκτωβρίου 1927. Ο πατέρας του Γρηγόριος και η μητέρα του Έλλη (το γένος Ζάχου), κατάγονταν από την Ανατολική Ρωμυλία. Σε ηλικία επτά ετών, μετά τον χωρισμό των γονιών του, έφυγε για την Αθήνα με τη γιαγιά του.

Στην Αθήνα πέρασε τα μαθητικά και εφηβικά του χρόνια και γράφτηκε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, όπου φοίτησε για δύο χρόνια. Είχε προηγηθεί μία αίτησή του στη Σχολή Εμποροπλοιάρχων, χωρίς επιτυχία, λόγω ασθένειάς του και αδυναμίας να παραστεί στις εξετάσεις. Το 1947 κατατάχτηκε στον στρατό κι έφτασε ως το βαθμό του εφέδρου ανθυπολοχαγού. Στη συνέχεια εργάστηκε ως γραμματέας του αμερικανού επόπτη στο υδροηλεκτρικό έργο του Λούρου.

Στα γράμματα εμφανίστηκε το 1951 με την ποιητική συλλογή «Ποιήματα» και ακολούθησε τον επόμενο χρόνο η συλλογή «Τα μικρά ποιήματα». Τα δύο αυτά έργα του τα αποκήρυξε σιωπηλά αργότερα. Μέχρι το 1956 κυκλοφόρησε τρεις ακόμα ποιητικές συλλογές: «Περί ώραν δωδεκάτην» (1953), «Η Συμφωνία του Μπραζίλιαν» (1954) και «Καφενείον το Βυζάντιον» (1956). Η ποίησή του κινείται στο πλαίσιο της καθημερινής ζωής και χαρακτηρίζεται από έντονα λυρική διάθεση. Την ίδια περίοδο συνδέθηκε φιλικά με τους Οδυσσέα Ελύτη, Νίκο Γκάτσο και Ανδρέα Εμπειρίκο. Το 1954 έφυγε για την Αγγλία, όπου έμεινε ως το καλοκαίρι του επόμενου χρόνου. Επέστρεψε στην Αθήνα και ασχολήθηκε επαγγελματικά με τη διδασκαλία της αγγλικής γλώσσας.

Από την άνοιξη του 1956 έως τον Δεκέμβρη του 1964 περιπλανήθηκε σε διάφορα μέρη του κόσμου (Γερμανία, Αυστρία, Αφρική, Αυστραλία), με ενδιάμεσες επιστροφές στην Ελλάδα. Στην περίοδο αυτή μπάρκαρε σε δανέζικο φορτηγό πλοίο προς τη Γερμανία, εργάστηκε στα γυρίσματα της ταινίας του Τζιν Νεγκουλέσκο «Το παιδί και το δελφίνι», που γυρίστηκε στην Ύδρα το 1956, τέλεσε χρέη μάνατζερ σε περιοδεία του κλασσικού πιανίστα Τώνη Γεωργίου στην Αφρική, εργάστηκε ως υπάλληλος εμπορικού καταστήματος και σιδηροδρομικός υπάλληλος στην Αυστραλία.

Το 1960 ξεκίνησε για τον γύρο της Ευρώπης με βέσπα. Στις χώρες που επισκέφτηκε έγραψε «Το Τρίτο στεφάνι», το οποίο ολοκλήρωσε στην Αυστραλία, κατά τη διάρκεια της δεύτερης εκεί παραμονής του και το έστειλε στην Ελλάδα για εκτύπωση. Το έργο απορρίφθηκε ως ακατάλληλο. Τελικά το εξέδωσε τον Νοέμβριο του 1962 ο ίδιος με δικά του έξοδα.

Δύο μήνες μετά πηγαίνει στην Αμερική και μένει εκεί ως τον Δεκέμβριο του 1964. Επιστρέφει και συνεργάζεται με το περιοδικό «Πάλι» και εργάζεται για δύο καλοκαίρια ως ξεναγός και μεταφραστής. Στη δικτατορία του 1967 πρωτοστατεί στη δήλωση των 18 και καλείται επανειλημμένος στην Ασφάλεια., ενώ κατά τη Μεταπολίτευση πάλεψε για τα δικαιώματα των ομοφυλοφίλων, όντας ομοφυλόφιλος και ο ίδιος.

Τη δεκαετία του ’70 εξέδωσε τις συλλογές διηγημάτων «Τα Ρέστα» (1972) και «Η γιαγιά μου η Αθήνα» (1979). Τα τελευταία χρόνια της ζωής του σχεδόν εγκατέλειψε το γράψιμο.

Ο Ταχτσής είχε να παρουσιάσει και πλούσιο μεταφραστικό έργο. Μετέφρασε έργα συγγραφέων, όπως τη «Φιλουμένα Μαρτουράνο» του Εντουάρντο ντε Φίλιπο, καθώς και πολλές κωμωδίες του Αριστοφάνη. Για τη μεταφραστική του εργασία στον Αριστοφάνη είχε επικριθεί από την κριτική για πολλές μεταφραστικές ελευθεριότητες και αυθαιρεσίες.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *