Λάχανο: σπορά φύτεμα καλλιέργεια

Καλλιέργεια λάχανου (μάπας)
Λάχανο: σπορά φύτεμα καλλιέργεια

 

Καλλιέργεια λάχανου (μάπας)

 

Οικογένεια: Brassica oleracea-Κραμβολάχανα (Μάπες)
Θερμοκρασία βλάστησης: 7-35 C
Βάθος φύτευσης: 0.5-1 εκατοστά
Ημέρες βλάστησης: 7-12

Μεταφύτευση λάχανου: Ανάλογα την ποικιλία και της συνθήκες ανάπτυξης συνήθως 40 ημέρες μετά
Φως: Πλήρες έως μερική σκίαση
Τύπος χώματος: Καλά στραγγισμένος με πολύ οργανική ύλη
pH χώματος: 6.0 ‐ 6.5
Πότισμα: Διατηρείτε συνέχεια την υγρασία, αλλά όχι υπερβολικό νερό.
Ωρίμανση: 65-95 ημέρες μετά την μεταφύτευση ανάλογα με την ποικιλία

Τα κραμβολάχανα ή μαππολάχανα είναι φυτά διετή, καλλιεργούμενα ως μονοετή, όπως και τα κουνουπίδια. Ανήκουν στην οικογένεια των σταυρανθών. Αναλόγως των ποικιλιών πού ανήκουν, παρουσιάζουν διάφορη μορφή και ανάπτυξη. Τά φύλλα γίνονται πολύ μεγάλα και σαρκώδη με διάταξη διαδοχική, το ένα επάνω στο άλλο, ώστε να σχηματίζουν είδος μάπας κλειστής ή κλειστού χωνιού. Ό σχηματισμός αυτός, οφείλεται στην υπερτροφία των ακρινών ή των πλευρικών ματιών στα οποία, τα αναπτυσσόμενα φύλλα, δίδουν το σχήμα μεγάλου ή μικρού κεφαλιού. Τα άνθη είναι λευκά ή κιτρινωπά και παρουσιάζονται στη κορυφή μαζεμένα σε βότρεις. Οι σπόροι είναι μικροί και στρογγυλοί, χρώματος μαύρου η στακτί-σκούρου.

Τα κραμβολάχανα καλλιεργούνται αποκλειστικώς για τα τρυφερά και ελαφρώς τραγανά τους φύλλα, τα όποια τρώγονται νωπά ως είδος ορεκτικό υπό μορφή σαλάτας ή τουρσί είτε βρασμένο ως σύνηθες λαχανικό μαγειρικής.
Ένεκα της εξαιρετικής αντοχής πού παρουσιάζουν στο ήχος και την υγρασία, τα κραμβολάχανα αποτελούν καλλιέργεια φθινοπωρινή η χειμερινή. Μπορούν όμως να επιτύχουν και σε οποιαδήποτε εποχή, αρκεί να χρησιμοποιούνται για αυτό οι ανάλογες ποικιλίες.

Γενικώς τά κραμβολάχανα αρέσκονται και ευδοκιμούν σε χώματα μετρίως βαρεία και βαθειά, τα όποια να μη χάνουν γρήγορα την υγρασία τους. Ταύτα όμως πρέπει να είναι γόνιμα και προπάντων στραγγερά. Τα ελαφρά είναι λιγότερο κατάλληλα, τα δε ξηρά αποκλείονται εντελώς. Επίσης για τα λαχανικά αυτά, τα χώματα πρέπει να λιπαίνονται πλουσίως και απαραιτήτως να είναι ποτιστικά. Για την λίπανση, ένεκα του μεγάλου και ζωηρού φυλλώματος των, έχουν ανάγκην κυρίως αζώτου και καλίου. Συνεπώς για τα στοιχεία ταύτα, τα κραμβολάχανα είναι πολύ απαιτητικά. Πάντως, ως καλλίτερο λίπασμα πρέπει να θεωρείται ή χωνευμένη κοπριά σε ποσό 4-5000 οκ. κατά στρέμμα. Για χώματα εξαντλημένα από προηγούμενες καλλιέργειες, προτιμότερων να συνδυάζεται με χημικά λιπάσματα, ήτοι 1500-2000 οκ. κοπριάς με 15-18 οκ. νιτρικό νάτριο, 20-25 οκ. υπερφωσφορικό και 8-10 οκ. θειΐκό κάλι. Από τα σύνθετα χημ. λιπάσματα αξιοσύστατος είναι ό τύπος 6-8 8 σκέτος ή για συμπλήρωση της κοπριάς.
Και στις δύο περιπτώσεις, ή λίπανσης πρέπει να γίνεται κατά το τελευταίο όργωμα, εκτός του νιτρικού νατρίου, το όποιο καλόν είναι να δίδεται σε δύο δόσεις, ή πρώτη στη μεταφύτευση και ή άλλη μετά 30-40 ημέρες κατά το σκάλισμα.

Η προπαρασκευή του εδάφους, συνίσταται σε 2-3 βαθειά σκαψίματα ή οργώματα, αναλόγως της προηγουμένης καλλιέργειας, σε τρόπον ώστε τα χώματα να δουλευτούν καλά.
Για να γίνει ή καλλιέργεια των κραμβολαχάνων πρέπει να αποκτηθούν προηγουμένως κατάλληλα φυτά σε σπορείο, τα όποια κατόπιν μεταφυτεύονται επί τόπου. Τα σπορεία μπορούν να είναι ανοικτά (ψυχρά) η θερμά, αλλά πάντοτε πλούσια με παχύ στρώμα κοπροχώματος. ΗΉ σπορά γίνεται στα πεταχτά ή κατά γραμμές, αραιά δε, ώστε σε κάθε τετρ. μέτρο, να ρίχνονται όχι περισσότεροι σπόροι από μισό δράμι το πολύ. Η πυκνή σπορά πρέπει να αποφεύγεται, γιατί τα φυτά γίνονται λεπτά και αδύνατα, οπότε είναι ακατάλληλα για καλό μέλλον.

Οι σπόροι πρέπει να σκεπάζονται πολύ ελαφρά, 1-2 πόντους με φυτόχωμα και αμέσως αφού πατηθούν λίγο να ραντίζονται με ποτιστήρι. Τα ραντίσματα πρέπει να γίνονται τακτικά μέχρι να βλαστήσουν οι σπόροι. Η εποχή της σποράς, εξαρτάται από τις ποικιλίες και το κλίμα του τόπου, πού γίνεται η καλλιέργεια. Για τις ανοιξιάτικες καλλιέργειες η σπορά γίνεται τον Αύγουστο-Σεπτέμβριο, για τις φθινοπωρινές κατά Μάρτιο-Απρίλιο. Όσο δε για τις πολύ πρωϊμότερες, η σπορά είναι ανάγκη να γίνεται σε θερμοσπορεία.
Όταν τα φυτά βλαστήσουν και αποκτήσουν 3-4 φύλλα, μεταφυτεύονται επί τόπου ή καλλίτερα σε φυτώριο, κατά αποστάσεις 10- 12 πόντους, όπου παραμένουν ώσπου να μεταφυτευθούν οριστικώς. Η τελευταία περίπτωσης δίδει καλλίτερα αποτελέσματα, γιατί τα φυτά αναπτύσσονται ζωηρότερα και επί πλέον γίνονται πρωΐμότερα.

Η μεταφύτευσης επί τόπου μπορεί να πραγματοποιηθεί, της μεν φθινοπωρινής σποράς, κατά Μάιο-‘Ιούνιο, της δε εαρινής κατά ’Ιούλιο-Σεπτέμβριο. Οπωσδήποτε τα χρησιμοποιούμενα φυτά πρέπει να είναι φρεσκοβγαλμένα και με όλο το ριζικό τους σύστημα. Για αυτό είναι ανάγκη προ τού ξεριζώματος να ποτίζονται αφθόνως. Κατόπιν διαλέγονται τα πιο κοντά και χονδρά, όσα δε έχουν το επάκριο μάτι (καρδιά) βλαμμένο, πρέπει να απορρίπτονται ως ακατάλληλα. Τότε τα καλά μεταφυτεύονται σε προετοιμασμένες βραγιές ή σε αυλάκια, για να εξασφαλίζεται το πότισμα ευκολότερα.

Η φυτεία γίνεται με φυτευτήρι σε αρκετό βάθος 8-10 πόντους, μέχρι της βάσεως των πρώτων φύλλων και κατά αποστάσεις ανάλογες με την ανάπτυξη πού παίρνουν οι ποικιλίες, δηλαδή 40-60 πόντους για τις μικρές και 75-80 πόντους για τις μεγάλες. Εννοείται πρέπει να λαμβάνεται υπόψη και η γονιμότητα της γης, ώστε στα πλουσιότερα χώματα να φυτεύονται αραιότερα και στα φτωχότερα πιο πυκνά. Συνήθως χάριν οικονομίας χώρου, η φυτεία γίνεται ανάμεσα στα παντζάρια, τα σπανάκια, ντομάτες κλπ. πρώιμα λαχανικά, τα οποία βλαστάνουν και ξοδεύονται γρήγορα.

Διαβάστε Επίσης  Ξεκίνησαν οι χειμερινές εκπτώσεις - Μέχρι πότε θα διαρκέσουν

Κατά την μεταφύτευση πρέπει να πιέζεται δυνατά το χώμα γύρω από κάθε φυτό, ώστε να έρχεται σε τέλεια επαφή με αυτό, αμέσως δε κατόπιν, να ακολουθεί άφθονο πότισμα για να συμπληρώνεται η απαιτουμένη υγρασία του εδάφους. Για μεταφυτεύσεις του Ιουλίου μέχρι Σεπτεμβρίου, ως καταλληλότερες ποικιλίες πρέπει να θεωρούν οι πρώιμες. Η εργασία της μεταφυτεύσεως πρέπει να γίνεται με καιρό συννεφώδη ή κατά τις βραδινές ώρες. Οι περαιτέρω περιποιήσεις συνίστανται πλέον στα απαραίτητα ποτίσματα, τα οποία πρέπει να είναι συχνά και άφθονα μέχρι των φθινοπωρινών βροχών, και σε 2-3 σκαλίσματα κατά τα όποια γίνονται και ελαφρά παραχώματα.

Τα σκαλίσματα αυτά κατά προτίμηση, πρέπει να δίνονται νωρίς, για να ευκολύνεται ή ανάπτυξης των φυτών και συνεπώς ή παραγωγή πρωΐμότερα. Για την ανοιξιάτικη καλλιέργεια είναι προτιμότερες οι ανοικτές ποικιλίες, οι οποίες δεν βλαστάνουν αλλά ούτε ανθίζουν γρήγορα όπως συμβαίνει στις κλειστές. Πάντως η επιτυχία τους είναι πιο εξασφαλισμένη, όταν η καλλιέργεια τους γίνεται σε δροσερά μέρη και τοποθεσίες σκιερές. Κατά γενικό κανόνα, όσο η μεταφύτευση γίνεται αργά και πλησιάζει στη ξηρά εποχή τόσο είναι αναγκαία τα συχνά και πλούσια ποτίσματα, κάθε 2-4 ημέρες, καθώς και περισσότερα σκαλίσματα για τη συγκράτηση της απαιτουμένης υγρασίας.

Η συγκομιδή της μεν καλοκαιρινής καλλιέργειας αρχίζει το φθινόπωρο και εξακολουθεί καθ’ όλο το χειμώνα, της δε εαρινής από τον Ιούλιο και παρατείνεται μέχρι τέλους φθινοπώρου.
Ως όψιμες ποικιλίες θεωρούνται οι κλειστές, επειδή αντέχουν περισσότερο στο κρύο και είναι βραδύτερος αναπτύξεις. Για αυτό καλλιεργούνται μάλλον τον χειμώνα. Οι πρώιμες ποικιλίες, ανήκουν στην ομάδα των ανοικτών, οι οποίες πρέπει να προτιμούνται μάλλον για καλοκαιρινή καλλιέργεια.

Παραγωγή απόρου
Για την απόκτηση εκλεκτού σπόρου πρέπει να διαλέγονται φυτά καθαρού τύπου, με κεφάλια γεμάτα, σκληρά και με κορμό κοντό. Ταύτα αφήνονται στη θέση τους ή μεταφυτεύονται την επομένη άνοιξη σε προφυλαγμένο και καλοκοπρισμένο μέρος. Η άνθησης και η καρποφορία γίνεται κατά τη θερινή περίοδο του δευτέρου έτους από τη σπορά.

Πολλοί κηπουροί, για να διευκολύνουν την ανάπτυξη του στελέχους, σχίζουν την μάπα στις τέσσαρες πλευρές, χωρίς όμως και να θίξουν τη καρδιά. Όταν ο καυλός και οι διακλαδώσεις αυτού μεγαλώσουν, πρέπει να κορυφολογούνται λίγο, ώστε να μένουν οι ανθοφόροι μόνον της βάσεως, οι οποίοι παράγουν χονδροτέρους και πιο εκλεκτούς σπόρους.

Επειδή, τα κραμβολάχανα πολύ εύκολα διασταυρώνονται με όλα τα φυτά του αυτού είδους και κατά συνέπεια εκφυλίζονται γρήγορα, πρέπει οι μάνες να φυτεύονται πάντοτε χωριστά και σε αποστάσεις πολύ μεγάλες, η μία ποικιλία από την άλλη, είτε να εμποδίζεσαι τεχνητώς η μεταξύ τους ελεύθερα γονιμοποίησης. Μετά την ωρίμανση των καρπών, κατά Ιούλιο Αύγουστο, οι κλάδοι πρέπει να κόβονται εγκαίρως και να ξηραίνονται σε σκιερό μέρος. Οι σπόροι μετά αποχωρίζονται με ένα ελαφρό κοπάνισμα.

Ποικιλίες
Εξαιτίας της ευκολίας που αλληλοδιασταυρώνονται, τα κραβολάχανα έχουν αποκτήσει πολυάριθμες ποικιλίες και παραλλαγές. Από τις κλειστές ποικιλίες, οι σπουδαιότερες και συνηθέστερες στη καλλιέργεια είναι:

Κραμβολάχανα πλακερά
Αυτά, ονομαστά ως κομπρολάχανα, κάνουν πολύ μεγάλα κεφάλια, σκληρά και λίγο πλακερά στη κορυφή. Συνήθως, κάθε ρίζα παρουσιάζει κεφάλι 10-15 οκ. βάρους ή και περισσότερο

Κραμβολάχανα Γιαννιώτικα
Αυτά, ονομαζόμενα και κομπρολάχανα, γίνονται πολύ μεγάλα και αποκτούν μάπα σχεδόν στρογγυλή και σφικτή, 6-10 οκ. βάρους ή και περισσότερο, Πρόκειται περί ποικιλίας πολύ παραγωγικής και μάλλον όψιμης, ανθεκτικής στο κρύο.

Κραμβολάχανα Πατησίων
Αυτά είναι μικρότερα των προηγουμένων, άλλα πολύ πρωϊμώτερα. Καλλιεργούνται κυρίως στους λαχανοκήπους των Αθηνών και Πατρών.

Κραμβολάχανα καρδιά βοδιού χονδρά
Τα κεφάλια, σε αυτά, γίνονται μέτρια στο μέγεθος, λίγο κωνικά και εξαιρετικώς πρώιμα.

Κραμβολάχανα καρδιά βοδιού μικρά
Αυτά είναι παραλλαγή των προηγουμένων, γίνονται μικρότερα και με τη κορυφή ποιό μυτερή.

Λάχανα καρδιά βοδιού μικρά-Λάχανα Μιλάνου Βικτωρίας

Κραμβολάχανα Μιλάνου
Αυτά χαρακτηρίζονται, κυρίως, από το ελαφρό κατσάρωμα των φύλλων στις νευρώσεις. Η ποικιλία αυτή διακρίνεται σε πολλές παραλλαγές, από τις όποιες οι σπουδαιότερες είναι της Βικτωρίας με μεγάλα στρογγυλά κεφάλια, της Νορβηγίας με κυανιά φύλλα και της Νεαπόλεως με κεφάλια μικρότερα. Όλες οι παραλλαγές είναι όψιμες και κατάλληλες για χειμερινή καλλιέργεια.

Κραμβολάχνα Βρυξελλών (λαχανάκια Βρυξελών)-Brassica oleracea var. Gemmifera
Αυτά αποτελούν ιδιαίτερο είδος. Δεν κάνουν κεφάλι χονδρό αλλά μια ροζέτα από μεγάλα φύλλα στη κορυφή και μικρά κεφαλάκια σαν χονδρά καρύδια, στο μάκρος του κορμού τα όποια και χρησιμοποιούνται. Η καλλιέργεια αυτών γίνεται κάπως διαφορετικότερη από τα κλειστά λάχανα. Αυτά δεν θέλουν πολύ λίπανση, γιατί, τότε, αποκτούν μεγάλο ανάστημα και κεφάλια χαλαρά και μικρά. Για τον λόγο αυτόν τα καλλίτερα αποτελέσματα δίδουν σε χώματα μετρίως γόνιμα ή πολύ ολίγον λιπασμένα.

Η σπορά τους γίνεται την άνοιξη, η δε μεταφύτευση κατά Μάιο, σε αποστάσεις 45-50 πόντους, κατά μέσον όρο. Οι λοιπές καλλιεργητικές περιποιήσεις συνίστανται από τα αναγκαία ποτίσματα, και σκαλίσματα, τα όποια πρέπει να γίνονται όπως για τα προηγούμενα. Πρέπει όμως, καθ’ όσο το στέλεχος μεγαλώνει, να κορφολογιέται τρεις φορές, προς το σκοπό να επισπευτεί η ανάπτυξης των πλαγίων ματιών, τα όποια και θα σχηματίσουν τα κεφαλάκια.
Η συγκομιδή αυτών γίνεται το φθινόπωρο και διαρκεί όλο το χειμώνα. Τα κεφαλάκια, πάντοτε πρέπει να μαζεύονται κατά διαδοχική σειρά, από τα πιο μεγάλα και κλειστά, εφ’ όσον σχηματίζονται και αναπτύσσονται.
Η ποικιλία αυτή είναι όψιμη, αντέχει στο κρύο και ευδοκιμεί παντού. Όπου δοκιμάστει έδωσε καλά αποτελέσματα.

Διαβάστε Επίσης  Νεκρά παιδιά στην Πάτρα: «Πριν μπει η Τζωρτζίνα στο νοσοκομείο η Ρούλα απειλούσε να κάνει κακό στον εαυτό της»

Από τις ποικιλίες οι οποίες δεν κάνουν κλειστά κεφάλια αλλά έχουν τα φύλλα εντελώς ανοικτά, ολίγες ενδιαφέρουν την λαχανοκομία. Οι περισσότερες καλλιεργούνται για κτηνοτροφικό σκοπό ή ακόμη για καλλωπισμό, χάρις στα κόκκινα ή παρδαλά φύλλα τους, τα όποια συνήθως είναι κατσαρά.
Η καλλιέργεια όλων των ανοικτών ποικιλιών γίνεται όπως και των κλειστών, με τη διαφορά, ότι σπέρνονται την άνοιξη και μεταφυτεύονται κατά Μάιο. Η συγκομιδή τους πραγματοποιείται κατά τη θερινή περίοδο και εξακολουθεί μέχρι του φθινοπώρου. Όπου καλλιεργήθηκαν έδωσαν ικανοποιητικά αποτελέσματα, σε βλάστηση και παραγωγή.

Τα λάχανα γενικώς προσβάλλονται από διάφορες αρρώστιες και έντομα, εκ των οποίων συνηθέστερες και ποιο επιβλαβείς είναι:

Η γάγγραινα των λαχάνων
Προέρχεται από ένα μικρομύκητα Rlasmodiophora Brassicae ο όποιος προσβάλλει και δημιουργεί εκσαρκώσεις ακανόνιστες στα στελέχη ή στις ρίζες, ιδίως κοντά στο λαιμό. Οι αρρωστημένες ρίζες λειτουργούν ανώμαλα και σήπονται, με αποτέλεσμα αργά ή γρήγορα την αποξήρανση των πασχόντων φυτών, Τα σπόρια του μΰκητος, τα όποια ελευθερώνονται από τις σηπόμενες ρίζες, διατηρούν, εντός του εδάφους την βλαστική τους δύναμη για πολλά χρόνια. Σε μολυσμένα χώματα όταν γίνουν σπορές από κραμβολάχανα η άλλα φυτά της ίδιας οικογενείας και τα σπόρια, του μύκητος αυτού έλθουν σε επαφή με τα ριζίδια τους, βλαστάνουν και εισέρχονται στους ιστούς, τούς οποίους αλλοιώνουν στα χαρακτηριστικά εξογκώματα.

Η γάγγραινα κάποτε είναι πολύ επικίνδυνη στη καλλιέργεια γενικά των φυτών της οικογενείας των στραυρανθών, ιδίως δε παρουσιάζεται σε εδάφη ξινά. Για τη πρόληψη της ασθενείας αυτής πρέπει να αποφεύγεται η παράχωση στο έδαφος αρρωστημένων ριζών, να αλλάξει η καλλιέργεια με φυτά άλλα (εκτός από σταυρανθή) να γίνεται χρήση κοπριάς εντελώς χωνευμένης και όταν είναι εύκολο, να διορθώνεται το έδαφος με λιπάσματα φωσφορικά, ασβέστη, είτε και να απολυμαίνεται με φορμόλη (1%) σε ποσό 15-20 δράμ. κατά τετραγ. μέτρο.

Ο άνθρακας των λαχάνων-Altenaria brassicae
Οφείλεται σε σαπρομύκητα ο οποίος προσβάλλει και γεμίζει τα φύλλα, σαν ένα είδος σκόνης από κάρβουνα. Εννοείται με καιρό υγρό και ζεστό. Καταπολεμείται με ραντίσματα θειικού χαλκού, και καύση των αρρωστημένων φυτών.

Ο Άλτης-Altica oleracea
Είναι ένα μικρό κολεόπτερο, μάκρους 1,5 χλμ. περίπου, ωοειδές και λίγο κυρτό. Το σκουλήκι του είναι μαυριδερό και σκεπασμένο με τριχίτσες. Προσβάλλει και τρώει τα φύλλα ως σκώληξ ή τέλειο έντομο. Καταπολεμείται με συχνά σκαλίσματα και ποτίσματα, γιατί φοβάται πολύ το νερό. Τα ραντίσματα στα φύλλα με καπνοζούμι καταστρέφει επίσης τα σκουλήκια.

Η Πιερρίς-Pierris brassicae

Είναι πεταλούδα πολύ γνωστή στους κήπους, όπου περιφέρεται πετούσα καθ’ όλο το έτος. Με ανοιγμένα φτερά έχει μάκρος 6 πόντους. Αυτά είναι άσπρα εκτός μιας βούλας μαύρης πού είναι στα άκρα εκάστης από τις άνω φτερούγες και μιας άλλης στο ακρινό περιθώριο στις κάτω. Η θηλυκιά πεταλούδα παρουσιάζει ακόμη στα επάνω φτερά δύο βουλές μαύρες στρογγυλές, η μια δίπλα στην άλλη και μια μακρουλή βούλα στο μάκρος του ακρινού περιθωρίου προς τα πίσω.

Η πιερρίς έχει δύο γενεές το χρόνο. Κατά Ιούνιο η θηλυκιά γέννα μέχρι 200 αυγά στη κάτω πλευρά των φύλλων τα οποία τοποθετεί το ένα κοντά στο άλλο ώστε να σχηματίζουν είδος πλάκας, σε χρώμα ασπροκίτρινο. Οι κάμπιες κατόπιν, που εκκολάπτονται έχουν χρώμα στακτοπράσινο με τρεις γραμμές κίτρινες και τρίχες ασπρουδερές. Αυτές είναι πολύ αδηφάγες (φαγουλιάρικες), κατατρώγουν τα φύλλα των λαχάνων (και άλλων σταυρανθών), από τα οποία δεν αφήνουν τίποτε παρά τα χονδρά νεύρα, σε λίγο δε χρονικό διάστημα φθάνουν σε 5 πόντους μάκρος. Είναι τόσον επικίνδυνες όσο ο αριθμός τους είναι μεγαλύτερος. Στην αρχή ζουν καθ’ ομάδες, κατόπιν όμως διασκορπίζονται για να χρυσαλιδωθούν σε τρύπες στους τοίχους, στις σχισμές των δένδρων κλπ.

Η χρυσαλίς είναι άσπρη με στίγματα μαύρα και κίτρινα. Αυτή προσκολλάται με μια μετάξινη κλωστή από το οπίσθιο άκρο της και στερεώνεται ακόμη καλλίτερα και με μια ζώνη μετάξινης κλωστής. Οι πεταλούδες εμφανίζονται κατά Αύγουστο-Σεπτέμβριο, οπότε δημιουργείται η δεύτερη γενεά, της οποίας οι χρυσαλίδες περνούν τον χειμώνα ναρκωμένες για να μεταμορφωθούν σε πεταλούδες τον επόμενο Μάιο-Ιούνιο.

Για την επιτυχή καταπολέμηση της πιερρίδος πρέπει να επιδιώκεται ή καταστροφή των πεταλούδων, των αυγών ως και των καμπιών και να καταστρέφονται. Οι πεταλούδες συλλαμβάνονται με φωτοπαγίδες την νύκτα, οι δε κάμπιες σκοτώνονται με ραντίσματα διαλύσεως σάπωνος 3%. Επίσης ή σκόνη πυρέθρου είναι πολύ αποτελεσματική, με την οποία γίνεται πασπάλισμα, όπως το θειάφισμα στα αμπέλια.

Πηγή: Ο πρακτικός οδηγός του λαχανόκηπου-Λάμπρου Οικονομίδου-Αθήναι 1940

Συγκαλειέργεια λάχανου
Τα λάχανα ευδοκιμούν όταν φυτεύονται με αρωματικά φυτά, όπως άνηθο, μέντες, δενδρολίβανο, θυμάρι, και χαμομήλι.
Το λάχανο αναπτύσσετε καλά με άλλα λαχανικά όπως τα κρεμμύδια, το σκόρδο, τα μπιζέλια, το σέλινο, τις πατάτες, τα κουκιά και τα τεύτλα.

Διατροφικά στοιχεία
Το λάχανο περιέχει περισσότερη βιταμίνη C από τα πορτοκάλια, καθώς και πολλά μεταλλικά στοιχεία, συν ιώδιο, θείο, ασβέστιο, μαγνήσιο και κάλιο. Τα εξωτερικά φύλλα του λάχανου περιέχουν περισσότερη βιταμίνη Ε και ασβέστιο από τα εσωτερικά φύλλα.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *