|
Είχε χουβαρντά πατέρα…
|
Είναι ένα αντρόγυνο στο σαλόνι του σπιτιού τους και συζητούν.
Ο Ανέστης και η Βέρα είναι παντρεμένη μια δεκαετία. Μια μέρα έχουν πιάσει την κουβέντα καθώς έτρωγαν.
Βέρα: Ανεστάκο μου η φίλη μας η Σούζη έβαψε το σπίτι της. Εμείς από τότες που μπήκαμε δεν το βάψαμε, τι θα γίνει μαύρισαν τα ντουβάρια;
Ανέστης: Τι λες βρε γυναίκα με το ζόρι τρώμε ένα πιάτο φαγητό.. τι τα θες αυτά μέσα στην κρίση;
Βέρα: Μη στεναχωριέσαι Ανεστάκο μου έχω ένα βιβλιάριο από τον πατέρα μου θα πάρω από εκεί χρήματα.
Και βάφει το σπίτι η Βέρα.
Μετά από δέκα μέρες του λέει:
Βέρα: Ανεστάκο μου η διπλανή μας άλλαξε κουρτίνες. Οι δικές μα σκίστηκαν και φαίνονται χάλια…
Ανέστης: Δεν έχουμε λεφτά για πέταμα. Έχουμε και την δόση του δανείου…
Βέρα: Καλά θα πάρω πάλι από το βιβλιάριο του πατέρα μου.
Πηγαίνει και αλλάζει τις κουρτίνες.
Μετά από ένα μήνα του λέει:
Βέρα: Οι κουμπάροι μας αλλάξαν αυτοκίνητο, Το δικό μας τα ‘φτυσε ας το αλλάξουμε…
Η ίδια απάντηση από τον Ανέστη και η ίδια απάντηση από τη γυναίκα του:
Βέρα: Καλά μη στεναχωριέσαι θα πάρω από το βιβλιάριο του πατέρα μου.
Μετά από μέρες ένα κρύο βραδινό, καθόταν ο Ανέστης και η Βέρα μπροστά από το αναμμένο τζάκι τους. Η Βέρα χαλαρή εκεί που καθόταν ήρθε πιο κοντά στο τζάκι και με ανοιγμένα πόδια απολάμβανε την ζέστη. Κρύωνε όμως και πλησίασε πολύ το τζάκι.
Τότε ο Ανέστης γυρίζει και της λέει:
Ανέστης: Τι κάνεις βρε γυναίκα, έτσι που πας θα το κάψεις το βιβλιάριο του πατέρα σου…