Μήπως σας παχαίνει ο… εγκέφαλος σας ;
Μέχρι τώρα ξέραμε πως παχαίνουμε επειδή τρώμε πολύ και κινούμαστε λίγο. Μια μελέτη, όμως,
αποκαλύπτει ότι και ο εγκέφαλός μας μπορεί να μας παχαίνει.
Επιστήμονες από το Πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν ανακάλυψαν ότι ο εγκέφαλος ορισμένων ανθρώπων δεν αντιδρά σε μία από τις ορμόνες που ρυθμίζουν την όρεξη.
Οι κύριες ορμόνες που επηρεάζουν το σωματικό βάρος είναι δύο.
Η πρώτη είναι η γκρελίνη, η οποία παράγεται από το στομάχι για να αυξήσει το αίσθημα της πείνας, να επιβραδύνει τον μεταβολισμό και να μειώσει την ικανότητα του οργανισμού να καίει τα λίπη.
Η δεύτερη είναι η λεπτίνη, η οποία δίνει στον εγκέφαλο το μήνυμα ότι πρέπει να «κόψει» την όρεξη, διότι έχουμε φάει και δεν πεινάμε άλλο. Η λεπτίνη ενεργοποιεί επίσης τις καύσεις του λίπους και συνεπώς είναι αυτή που μπορεί να μας αδυνατίσει.
Προγενέστερες μελέτες έχουν δείξει πως όσοι δεν παράγουν αρκετή λεπτίνη, διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο να αντιμετωπίσουν προβλήματα με το βάρος τους.
Άλλες μελέτες έχουν δείξει πως σε μερικούς ανθρώπους υπάρχει υπερπαραγωγή της ορμόνης αυτής, με συνέπεια να «υπερφορτώνεται» ο υποδοχέας στον εγκέφαλο που αντιδρά στα μηνύματά της και ναδιαταράσσεται η καύση του λίπους.
Οι ερευνητές του Μίσιγκαν εστίασαν τη μελέτη τους στη λεπτίνη, εντοπίζοντας τον λόγο για τον οποίο αδρανοποιείται ο υποδοχέας αυτός.
Όπως εξηγούν στην διαδικτυακή έκδοση της επιθεώρησης «Molecular Cell», το κλειδί είναι δύο απολήξεις (σαν μαστίγια) που διαθέτει ο υποδοχέας αυτός και οι οποίες περιστρέφονται μέσα στον εγκέφαλο έως ότου εντοπίσουν τα μόρια της λεπτίνης με τα οποία θα ενωθούν.
Ως φαίνεται, λοιπόν, οι υποδοχείς της λεπτίνης στον εγκέφαλο όσων αντιμετωπίζουν πρόβλημα βάρους δεν διαθέτουν αυτές τις απολήξεις, με συνέπεια να μην μπορεί η λεπτίνη να ενωθεί με αυτούς.
Δίχως αυτή τη συνένωση, όμως, μπορεί να μην ενεργοποιείται το αίσθημα κορεσμού της πείνας και έτσι οι άνθρωποι αυτοί τρώνε ακατάσχετα. Ή πάλι να μην διεγείρεται η καύση του λίπους και έτσι να συσσωρεύουν περιττά κιλά.
Η ανακάλυψή τους μπορεί να οδηγήσει σε στοχευμένες θεραπείες για την παχυσαρκία και άλλες ορμονοεξαρτώμενες νόσους.
«Επειδή η λεπτίνη αποτελεί τον κύριο ρυθμιστή της όρεξης, η κατανόηση των αιτιών της αντοχής σε αυτήν αποτελούσε μεγάλο εμπόδιο στην επινόηση νέων φαρμάκων για την παχυσαρκία», δήλωσε ο επικεφαλής ερευνητής δρ Άλαν Σάλτιελ, διευθυντής στο Ίδρυμα Επιστημών Ζωής του πανεπιστημίου.
«Αποκτώντας μια σαφή εικόνα για το πως ενώνεται η λεπτίνη με τον υποδοχέα της, κάνουμε το πρώτο βήμα προς την καταπολέμηση της αντοχής του οργανισμού στην ορμόνη αυτή».