‘Οταν ο Τέρι Μακμπράιντ ήταν 22 χρονών, έπαθε κήλη μεσοσπονδύλιου δίσκου δουλεύοντας σε
οικοδομή. Για ένα χρόνο προσπάθησε να το αντιμετωπίσει με χειροπρακτική, οστεοπαθητική και μυοχαλαρωτικά, αλλά τελικά αποφάσισε να ακολουθήσει τη συμβουλή ενός ορθοπεδικού χειρουργού και να κάνει σπονδυλοδεσία.
«Μου είπαν ότι θα είμαι στο νοσοκομείο δύο εβδομάδες, άλλες δύο εβδομάδες σε ακινησία στο σπίτι, θα φοράω στήριγμα για έξι μήνες και μετά θα είμαι σαν καινούριος», είπε ο Μακμπράιντ σε ομιλία του που παρακολούθησα.
Δύο μέρες μετά την εγχείρηση, εμφάνισε ανησυχητικά υψηλό πυρετό. Οι γιατροί ανακάλυψαν ότι στη διάρκεια της εγχείρησης είχε μολυνθεί με κολοβακτηρίδια Ε. Μέσα στον επόμενο χρόνο έκανε οκτώ εγχειρήσεις καθώς οι γιατροί προσπαθούσαν να σταματήσουν την εξάπλωση της μόλυνσης. Στην πέμπτη εγχείρηση, τον μετέφεραν στο νοσοκομείο του Πανεπιστημίου της Ουάσινγκτον, όπου, όπως σημειώνει: «Ήμουν διασημότητα. Είχα τη χειρότερη περίπτωση οστεομυελίτιδας που είχαν δει ποτέ».
.
Το βράδυ πριν από μία ακόμη επέμβαση, οι γιατροί μπήκαν στο θάλαμό του σοβαροί. Επιτέλους είχαν καταφέρει να βγάλουν ακριβείς ακτινογραφίες που έδειχναν ότι η μόλυνση δεν είχε προσβάλει μόνο την σπονδυλική στήλη. Είχε εξαπλωθεί στη λεκάνη, την κοιλιακή χώρα και τα δύο πόδια. Για να την καταπολεμήσουν, του είπαν, έπρεπε να τον ανοίξουν όλο, από πάνω μέχρι κάτω. Του είπαν ότι με αυτό τον τρόπο μπορούσαν ουσιαστικά να του εγγυηθούν ότι θα εξάλειφαν τη μόλυνση. Μπορούσαν όμως επίσης να του εγγυηθούν ότι θα έμενε παράλυτος στο δεξί του πόδι.
«Πρέπει να πω ότι έχω πάρει μαθήματα από έναν από τους μεγάλους μεταφυσικούς μας, τον Τζον Γουέιν, που όταν κάποιος στις ταινίες του είπε ότι πρέπει να του κόψουν το πόδι, αυτός απάντησε «Δεν πειράζει, κάν΄το», λέει ο Μακμπράιντ. Μετά όμως οι γιατροί συνέχισαν λέγοντας ότι αν η μόλυνση ήταν τόσο σοβαρή όσο πίστευαν όλοι, μπορεί επίσης να έχανε το αριστερό του άκρο πόδι και τον έλεγχο του εντέρου και της ουροδόχου κύστης, ενώ υπήρχαν και αρκετές πιθανότητες να καταλήξει σεξουαλικά ανίκανος.
«Για να το πω καθαρά», είπε ο Μακμπράιντ, «αυτό ήταν το μεγάλο τους λάθος. Βασικά, δεν ξέρω για εσάς, αλλά εγώ όταν εμφανίστηκα σε αυτό τον πλανήτη ήμουν ένα ευτυχισμένο μικρό παιδί και μπορώ να πω ότι συμπαθούσα τον εαυτό μου. Όμως πολύ γρήγορα έμαθα ότι αυτοί που είχαν εξουσία ήξεραν για μένα περισσότερα από όσα ήξερα εγώ ο ίδιος. Έμαθα ότι έπρεπε να δίνω προσοχή σε ό,τι μου έλεγαν, και ότι οι δάσκαλοι ήταν εκείνοι που θα μου έλεγαν πόσο καλά πηγαίνω στο σχολείο. Οι προπονητές θα αποφάσιζαν αν είχα αθλητικές ικανότητες. Έμαθα πολύ νωρίς να στρέφομαι έξω από μένα για να μάθω ποιος ήμουν».
«Εδώ που τα λέμε, κατά πάσα πιθανότητα θα τους το έδινα το πόδι», συνεχίζει ο Μακμπράιντ. «Όμως, όταν οι γιατροί άρχισαν να επιμένουν ότι ήταν αδύνατον να βγω από αυτή την εγχείρηση ακέραιος και υγιής, αποφάσισα ακαριαία ότι κανείς δεν θα μου έλεγε ποιος ήμουν. Αποφάσισα εκείνη τη νύχτα ότι δεν θα άφηνα πια διάφορους τύπους με εντυπωσιακά ταμπελάκια στο στήθος να καθορίζουν τη μοίρα μου». Αυτή ήταν η νύχτα που άλλαξε τη ζωή του.
Ο Μακμπράιντ, που στο μεταξύ μελετούσε τις πνευματικές αρχές, ανακοίνωσε σε όλους μέσα στο θάλαμο (στην ομάδα των πέντε γιατρών, στη γυναίκα του και στη δίχρονη κόρη του) ότι υπάρχει μια δύναμη στο σύμπαν και θα τη χρησιμοποιήσει για να απαλλαχτεί από τα προβλήματά του. Όταν άρχισε να λέει τέτοια πράγματα για πρώτη φορά, όλοι του είπαν: » Μπράβο, αυτό είναι! Μην εγκαταλείπεις τα όνειρά σου». Αλλά μετά από δέκα εγχειρήσεις, άρχισαν να του λένε ότι πρέπει να «αντιμετωπίσει την πραγματικότητα» και να πάψει να εστιάζει σε μικροπρεπείς εγωκεντρικές προτεραιότητες.
«Μιλάμε για μικροπρεπείς, εγωκεντρικές προσωπικές προτεραιότητες όπως το να έχεις ένα υγιές σώμα και να μπορείς να σηκώσεις την κόρη σου αγκαλιά, μικροπρεπείς εγωκεντρικές προτεραιότητες όπως το να πηγαίνεις στην τουαλέτα χωρίς πλαστική σακούλα», λέει ο Μακμπράιντ. «Μερικοί άρχισαν να υποστηρίζουν ότι ίσως η τέλεια υγεία δεν είναι μέρος του σχεδίου του Θεού».
«Αν και είμαι καλός φονταμενταλιστής, δεν μπορούσα να πιστέψω ότι μου άξιζε να υπομείνω δεκαοκτώ εγχειρήσεις. Ίσως είχα αμαρτήσει τόσο ώστε να μου αξίζουν τέσσερις ή πέντε, αλλά όχι και δεκαοκτώ», σαρκάζει ο Μακμπράιντ.
Τον έστειλαν να μιλήσει με τον ψυχίατρο του νοσοκομείου, ο οποίος τον κάθισε κάτω και του είπε: «Παιδί μου, είναι ώρα να πάψεις να τα βλέπεις έτσι ρόδινα. Νομίζεις ότι για να είσαι άντρας πρέπει να μπορείς να σταθείς στα πόδια σου, να πολεμήσεις όπως έκανε ο πατέρας σου. Όμως είναι πια ώρα να έρθεις να δουλέψουμε μαζί και να μάθεις να δέχεσαι ότι θα περάσεις την υπόλοιπη ζωή σου σε αναπηρικό καροτσάκι».
Του έδειξε τον ιατρικό του φάκελο που έγραφε καθαρά: «Τα προβλήματα του Τέρι Μακμπράιντ δεν είναι ιάσιμα. Θα έχει μόνιμη αναπηρία και θα συνεχίσει να υποβάλλεται κατά διαστήματα σε εγχειρήσεις για όλη την υπόλοιπη ζωή του».
«Μα δεν είμαι ο ιατρικός μου φάκελος», επέμενε ο Μακμπράιντ. «Δεν είμαι το παρελθόν μου. Υπάρχει μια δύναμη μέσα μου. Ζω σε ένα πνευματικό σύμπαν, και οι πνευματικοί νόμοι μπορούν να με απελευθερώσουν».
«Δεν νομίζεις ότι αν ήταν να θεραπευτεί το σώμα σου μόνο του, αυτό θα είχε γίνει τώρα πια;» ρώτησε ο ψυχίατρος.
Όμως ο Μακμπράιντ αρνήθηκε να τα παρατήσει. Υποβλήθηκε σε τριάντα σοβαρές εγχειρήσεις μέσα σε έντεκα χρόνια και φορούσε σάκο κολοστομίας. Παρ’ όλα αυτά συνέχισε να πιστεύει ότι το πνευματικό του πεπρωμένο όριζε να είναι υγιής και αρτιμελής. Τελικά, όταν πια οι περισσότεροι από εμάς θα τα είχαν παρατήσει, βγήκε από το νοσοκομείο απαλλαγμένος από τα προβλήματά του, νέος και ρωμαλέος ξανά.
Σήμερα ταξιδεύει σε όλη τη χώρα και μιλά για το ταξίδι του, διδάσκοντας στους ανθρώπους την αλήθεια για το θεϊκό τους μεγαλείο. Λέει χαρακτηριστικά: «Είμαστε ήδη ελεύθεροι. Η άπειρη δύναμη του Θεού θα στηρίζει την πίστη μας στη αρρώστια και την ανάγκη, αν αυτά επιλέγουμε. Όμως μπορούμε επίσης να αλλάξουμε τις πεποιθήσεις μας και να έχουμε υγεία, αγάπη, χαρά και γαλήνη. Είναι ώρα να διεκδικήσουμε την ενότητά μας με το Θεό, να διεκδικήσουμε με τόλμη τη ζωή μας. Εσείς είστε ο Θεός και αυτή είναι η αλήθεια που θα σας ελευθερώσει».