Η προδοσία των Αγιορειτών στην επανάσταση του 1821.
Ο διακεκριμένος Σερραίος πατριώτης Εμμανουήλ Παπάς αγωνίσθηκε και έδωσε όλη του την περιουσία, για τις ανάγκες του αγώνος για την Ελληνική ελευθερία. Ήταν ο πρωτεργάτης της εξέγερσης στη Χαλκιδική.
Γεννήθηκε στη Δοβίστα Σερρών (σημερινό Εμμανουήλ Παπάς) το 1772. Γιος κληρικού, ανέπτυξε, παρά τις περιορισμένες γραμματικές του γνώσεις, μεγάλη εμπορική δραστηριότητα στις Σέρρες και αναδείχθηκε σε μεγαλέμπορο και τραπεζίτη, με καταστήματα στην Κωνσταντινούπολη και τη Βιέννη.
Απέκτησε μεγάλη περιουσία, έγινε δανειστής των Τούρκων αγάδων και μπέηδων της περιοχής, ασκώντας μεγάλη επιρροή επάνω τους, κυρίως στον πανίσχυρο τοπάρχη Ισμαήλ μπέη. Η ελληνική κοινότητα των Σερρών πολλά ωφελήθηκε από τη θερμή υποστήριξη και προστασία του Παπά. Ύστερα από το θάνατο όμως του Ισμαήλ, ο σπάταλος και άσωτος γιος του, Γιουσούφ μπέης, δημιούργησε τόσο μεγάλο χρέος που ήταν αδύνατο να το ξεπληρώσει.
Όταν λοιπόν ο Παπάς ζήτησε με επιμονή να του εξοφλήσει μέρος τουλάχιστον του δανείου, ο Γιουσούφ τον απείλησε ότι θα τον σκοτώσει. Τότε, τον Οκτώβριο του 1817, ο Παπάς αναγκάζεται να καταφύγει στην Κωνσταντινούπολη. Εκεί, ύστερα από δύο χρόνια, στις 21 Δεκεμβρίου 1819, μυείται στη Φιλική Εταιρεία και προσφέρει αμέσως 1.000 γρόσια για την ενίσχυση των οικονομικών της.
Τον Οκτώβριο του 1820 ο Αλέξανδρος Υψηλάντης ανήγγειλε στον Εμμανουήλ Παπά την έναρξι της Επαναστάσεως. Το 1821 στις 23 Μαρτίου ο Ε. Παπάς μαζί με τον Ιωάννη Χατζηπέτρο αποπλέει για την χερσόνησο του Άθω με όπλα και πολεμοφόδια.
Οι Τούρκοι φοβούμενοι την επέκταση της επαναστάσεως και στην Μακεδονία επετέθησαν στην αγορά του Πολυγύρου για να τρομοκρατήσουν τον πληθυσμό. Οι κάτοικοι του Πολυγύρου όμως οπλίστηκαν και επετέθησαν κατά των Τούρκων, φονεύοντας την φρουρά 18 Τούρκους και τον διοικητή. Αυτό το γεγονός απετέλεσε την έναρξη της Επαναστάσεως στην Μακεδονία. Οι Τούρκοι προέβησαν σε συλλήψεις, εκτελέσεις, διαπομπεύσεις. Με την πάροδο όμως του χρόνου, η επανάσταση δείχνει να σβήνη λόγω ελλείψεως πολεμοφοδίων και τροφών. Το ιδιαίτερον (προσωπικόν) ταμείου του Εμμανουήλ Παπά εξηντλήθη.
Είναι άξιον λόγου εδώ να αναφέρω ότι καθ’ όλην την διάρκεια της Τουρκοκρατίας η «Ιερά Κοινότης του Αγίου Όρους» είχε επιβάλει στο ποίμνιό της (τους υπόδουλους Έλληνες) τον φόρο της «δεκάτης» (Παλαιά Διαθήκη), δηλαδή 10% της περιουσίας κάθε Χριστιανού να δίδεται στην Εκκλησία, και τα «δοσίματα» δωρεές. Επίσης κάθε χριστιανός γαιοκτήμονας υποχρεωτικά μετά τον θάνατό του άφηνε 1/3 της γης του στην Εκκλησία. Ο Οικουμενικός Πατριάρχης έχει επίσης το δικαίωμα εκτός των προηγουμένων να φορολογή εκτάκτως και κατά βούλησιν το ποίμνιό του.
Ο Εμμανουήλ Παπάς στρέφεται για βοήθεια στις πάμπλουτες μονές του Αγίου Όρους. Μάταιος κόπος! Παρά τις εκκλήσεις του ιδίου του Υψηλάντου οι μοναχοί δεν εννοούν να θίξουν τους πλουσιώτατους θησαυρούς του Αγίου Όρους, που θα μπορούσαν να αποτελέσουν πηγή σοβαράς ενισχύσεως όχι μόνον του Μακεδονικού αλλά και του Πανελλήνιου αγώνος.
Ο Κ. Παπαρηγόπουλος («Ιστορία του Ελληνικού Έθνους» τόμος 5, σελ. 507) μας παραδίδει την ακόλουθη επιστολή του οπλαρχηγού Ρήγα Μάνθου προς Εμμανουήλ Παπά, με ημερομηνία 19 Ιουνίου 1821 : «Κατά την παραίνεσίν της εξακολουθώ φυλάττων τον στρατόν εντός των οχυρωμάτων … Μα τι να κάμη κανείς την μικρολογίαν των Αγίων Πατέρων; Αυτή η στυγερά ανελευθεριότης και μικροπρέπεια αυτών μας εμπόδισαν από πολλά ωφέλιμα και πολλά αναγκαία … Επάσχισα να τους διαθέσω διαφορετικά με λόγον. Όμως αυτοί από τον σκοπό των δεν εβγαίνουν. Έχουν τα φρονήματά των, τα οποία μόνα εγκρίνουν δια καλά, και τα προσκυνούν και τα λατρεύουν, και φροντίζουν μόνον δια την συντήρησιν των ιδίων των υποκειμένων, και μόνον δια την ασφάλειά των. Φοβούμαι μήπως ο λαός από την πείναν και τας πολλάς θλίψεις του, εφορμήση εναντίον των (των μοναχών του Αγίου Όρους) και δεν δυνηθώμεν να απαντήσωμεν εις την ορμήν των».
Οι Τούρκοι συνέχιζον τις σφαγές στα γύρω χωριά του αμάχου πληθυσμού. Πείνα και επιδημίες ακολούθησαν. Στις 30 Οκτωβρίου Μεχμέτ Εμίν εισβάλει στην Κασσάνδρα συνοδευόμενος από μεγάλη στρατιωτική δύναμη. Η Κασσάνδρα μεταβλήθη σε σφαγείο και σε στάχτη. Τα χωριά επυρπολήθησαν, και όσοι κάτοικοι δεν εσφάγησαν πουλήθηκαν ως δούλοι. Απέμενεν ο Άθως όπου οι μοναχοί ζούσαν ήρεμοι στην πανθάλασσα των πλούτων τους.
Στις 9 Νοεμβρίου 1821 οι προϊστάμενοι της Ιεράς Σύναξης απελευθερώνουν τον φυλακισμένο ως τότε στις Καριές Τούρκο διοικητή του Αγίου Όρους, Χασεκή Χαλίλ μπέη και αυτός την ίδια μέρα τους στέλνει «μουρασελέ», δικαστική απόφαση:
«Εν είδει μουρασελέ σας γράφεται το παρόν εμού του Χασεκή Χαλίλ μπέη, ζαπίτου του Αγίου Όρους.
Προς εσάς τους άπαντας καλογήρους του μοναστηρίου Εσφιγμένου, γνωστόν έστω υμίν ότι σήμερον απ’ εδώ τες Καρές έφυγεν ο λεγόμενος Αρχοντας μετά του επαράτου και οπαδού του Νικηφόρου και ήλθον αυτού• τους οποίους να τους πιάσετε και να μας τους στείλετε ομού και τον ηγούμενόν σας. (…) Προσέξατε καλώς να μη προφασιστήτε ακαίρως προτάσεις και ματαιολογίας, διότι εγώ κάμνω το χρέος μου (…) όθεν και σεις δεν πρέπει να θελήσετε τον αφανισμόν σας. Ούτω ποιήσατε εξ αποφάσεως και να μοι αποκριθήτε με τον ίδιον κομιστήν».
Ο πασάς τους υπεσχέθη να σεβασθή το προαιώνιον προνόμιο των Μονών, της απαγορεύσεως εισόδου Τουρκικού στρατού στην γη των Αγιορειτών, εφ’ όσον παρέδιδαν όπλα, κανόνια και ομήρους σε αυτόν, καθώς και χρηματικό ποσό δυόμισυ εκατομμυρίων γροσίων.
Οι Αγιορείτες εδέχθησαν χωρίς διαπραγματεύσεις να παραδώσουν τον ακόμη στην Μονή ευρισκόμενο Εμμανουήλ Παπά.Η παράδοσις του Εμμανουήλ Παπά από τους Αγιορείτες εζητήθη από τον πασά της Θεσσαλονίκης Αβδούλ Αμπούδ. Οι Αγιορείτες όχι μόνον δεν διαπραγματεύθηκαν καν την παράδοσή του, αντιθέτως τον κατεδίωξαν αμέσως οι ίδιοι.
Στις 11 Νοεμβρίου 1821 οι προϊστάμενοι 19 μονών του Αγίου Όρους στέλλουν στη μονή Εσφιγμένου το παρακάτω έγγραφο:
«Εις την πανοσιότητά σας, Άγιοι Πατέρες, του ιερού Κοινοβίου Εσφιγμένου. Χθές ο ενδοξότατος ημών Χασεκή Αγάς μας, σας έγραψε μουρασελόν, δια να πιάσετε ενέχειρον τον Άρχοντα Παπά (τον Εμμανουήλ Παπά) και τους λοιπούς καθώς και ο ίδιος σας έγραψε. Λοιπόν σας γράφομεν και ημείς οι των είκσο Ιερών Μοναστηρίων Προϊστάμενοι, εν τη Ιερά Συνάξει, να κάμετε το ίδιον, ομοφώνως, δηλαδή να μας τους φέρετε ενταύθα αναμφιβόλως και τους ζητούμεν από εσάς εφεύκτως. Και ιδού όπου στέλλομεν επίτηδες ανθρώπους, δια να τους πάρουν. Και όσοι ακολουθούν τον Άρχοντα από τους εντοπίους Πατέρες, να τον αφήσουν και να επιστρέψουν εις τα κελλιά τους. Ειδε και φανούν παρήκοοι, θέλουν υποπέσει εις οργήν μεγάλην, και θέλουν χάσει και τα οσπίτιά των. Ομοίως και όσοι άλλοι πιασθούν έχουν να παιδεύωνται. Ταύτα προς είδησίν σας και εμμένομεν. 1821-18 Νοεμβρίου. Άπαντες οι εν τη Κοινή Συνάξει των δεκαεννέα ιερών Μοναστηρίων του Αγίου Όρους Προϊστάμενοι».
Εφ’ όσον δεν υπήρχαν στο Άγιον Όρος Τούρκοι, οι Αγιορείτες μπορούσαν να φυγαδεύσουν τον Ε. Παπά. Προτίμησαν όμως να τον παραδώσουν.
Το μόνον που διαπραγματεύθηκαν οι Αγιορείτες ήταν τα χρήματα. Ο Εμμανουήλ Παπάς καταδιωκόμενος από τους Τούρκους και τους Αγιορείτες καλογήρους κατόρθωσε να επιβιβασθή με λίγους πιστούς συντρόφους στο πλοίο του Χ. Βισβίζη για την Ύδρα. Κατά την διαδρομή εξαντλημένος από τις κακουχίες και τις συγκινήσεις της τραγικής του περιπέτειας πέθανε, στο πλοίο, από καρδιακή προσβολή. Το σώμα του κηδεύθηκε στην Ύδρα με τιμές ΗΡΩΟΣ!
Το μόνο που διαπραγματεύθηκαν οι Αγιορείτες ήταν το χρηματικό ποσόν των δυόμισυ εκατομμυρίων γροσίων, για το οποίο ζήτησαν 40 ημέρες χρονικά διάστημα για την παράδοση τελικά στους Τούρκους αυτού του ποσού.