Η ανεπάρκεια της βιταμίνης D και η στυτική δυσλειτουργία σε άνδρες με διαβήτη

Μια πρόσφατη μελέτη που δημοσιεύτηκε στο «The Aging Male» αποκάλυψε μια σχέση ανάμεσα στα
μειωμένα επίπεδα της βιταμίνης D στον ορό του αίματος και τον αυξημένο κίνδυνο στυτικής δυσλειτουργίας (ΣΔ) στους διαβητικούς άνδρες.

Σύμφωνα μάλιστα με τους ερευνητές, πρόκειται για την πρώτη μελέτη που δείχνει υψηλότερο ποσοστό ΣΔ σε διαβητικούς άνδρες με ανεπάρκεια της βιταμίνης D.

Στη μελέτη συμμετείχαν 98 διαβητικοί άνδρες ηλικίας 18-80 ετών. Οι βαθμολογίες στον Διεθνή Δείκτη Στυτικής Λειτουργίας, το εξειδικευμένο ερωτηματολόγιο που χρησιμοποιήθηκε για την εκτίμηση της στυτικής λειτουργίας, καθόρισε το ποιοι άνδρες είχαν ΣΔ καθώς και τη σοβαρότητά της. Από τους 77 συμμετέχοντες που είχαν ΣΔ, οι 45 είχαν μέτρια και οι 32 σοβαρή. Παράλληλα, έγιναν εξετάσεις αίματος για τον εντοπισμό των επιπέδων της βιταμίνης D, καθώς και διάφορων ορμονών κι άλλων παραγόντων.

Μετά τη συγκέντρωση όλων των δεδομένων παρατηρήθηκε μια συσχέτιση ανάμεσα στα αυξημένα επίπεδα της D και τις αυξημένες βαθμολογίες στο ερωτηματολόγιο για τη στυτική λειτουργία, ιδιαίτερα στην ηλικιακή ομάδα 45-65. Στους άνδρες των οποίων οι βαθμολογίες ήταν ενδεικτικές της σοβαρής ΣΔ, τα επίπεδα της D ήταν κατά μέσο όρο μόλις 10.51 νανογραμμάρια ανά ml, τιμή σημαντικά χαμηλότερη από τις αντίστοιχες των ανδρών με μέτρια ή καθόλου ΣΔ.

Oι συγγραφείς, λοιπόν, καταλήγουν στο ότι υπάρχει μια σημαντική σχέση ανάμεσα στην ανεπάρκεια της βιταμίνης D και τη ΣΔ σε άνδρες με σακχαρώδη διαβήτη. Οι ερευνητές θεωρούν πως η σχέση αυτή διαμεσολαβείται από την αύξηση στην παραγωγή του νιτρικού οξειδίου στο ενδοθήλιο των κυττάρων που οφείλεται στη βιταμίνη D μέσα από διαφορετικούς μηχανισμούς. Για παράδειγμα, μπορεί να επιτυγχάνεται η αναστολή της απόπτωσης και η πρόληψη της δυσλειτουργίας του ενδοθηλίου μέσα από την πρόληψη του οξειδωτικού στρες.

Συμπερασματικά, η σχέση ανάμεσα στη ΣΔ και την ανεπάρκεια της βιταμίνης D είναι στατιστικά σημαντική στους άνδρες ηλικίας 45-65 με διαβήτη τύπου 2 και καλό θα ήταν να λαμβάνεται υπ’ όψιν από τους κλινικούς.

Το άρθρο επιμελήθηκε ο Κ. Κωνσταντινίδης, Χειρουργός, Ουρολόγος-Ανδρολόγος, Πρόεδρος του Ανδρολογικού Ινστιτούτου Αθηνών, www.andrologia.gr

Πηγή: zougla.gr

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *