Η κόμμωση στην Ελλάδα αλλάζει ανα εποχή και κάποιες φορες ανα κοινωνική τάξη. Στους άντρες της
κλασικής
Αθήνας, συναντάμε μακριά κόμη με βοστρύχους που έφταναν ως την μέση. Παρόμοια ήταν και αυτή των γυναικών που επιπλέον, έπλεκαν τα μαλλιά σε μορφή στεφανίου ή γύρω από τη μέση τους αν τα είχαν πολύ μακρυά.
Κατά τους ελληνιστικούς χρόνους τα μαλλιά των αντρών είναι κοντά, υπήρχαν βέβαια και οι εξαιρέσεις, άντρες που αφηναν μακριά τα μαλλιά και τις γενειάδες τους, όπως οι φιλόσοφοι κι οι αριστοκράτες.
Τα μαλλιά των γυναικών είναι χτενισμένα μακριά και άλλοτε μαζεμένα, δεμένα με ιμάντες σε μορφή κότσων και με μπουκλίτσες που έπεφταν στο μέτωπο.
.
Οι Αθηναίοι της εποχής, είχαν δούλους για να τους φροντίζουν τα μαλλιά και το υπόλοιπο σώμα, να τους ντύνουν και να τους διακοσμούν. Οι πιο πλούσιοι διακοσμούσαν τα μαλλιά τους με διάφορα κοσμήματα, όπως διαδήματα, στεφάνια κλπ.
Τα κουρεία στην αρχαία Ελλάδα έκαναν την εμφάνιση τους στην αρχή ως υπαίθρια, με πρώτα κύρια εργαλεία, το ψαλίδι (κουρίδα) και το ξυράφι (ξυρόν). Αργότερα εστεγάσθηκαν σε μέρη όπως οι αγορές που ήταν προσφιλή κέντρα συγκεντρώσεις, συζητήσεων και ανακοινώσεων. Ταυτόχρονα παρείχαν και άλλες παραϊατρικές υπηρεσίες, όπως περιποίηση δοντιών, νυχιών, μικροχειρουργικής και παθολογίας.
Οι Αθηναίοι για να βοηθούν το μεγάλωμα των μαλλιών τα άλειφαν με λάδι ανακατεμένο με αρωματικές ουσίες. Τον 6ο αι π.Χ, οι άντρες είχαν μακριούς βοστρύχους. Οι Έλληνες δεν άφηναν ποτέ μουστάκι χωρίς γένια. Θεωρούνταν βαρβαρικο και δεν επιτρεπονταν επ΄ουδενί.
Ο κουρέας τους περιποιόταν κι όταν τελείωνε έδινε στον πελάτη έναν καθρέφτη για να θαυμάσει τον εαυτό του, έτσι ακριβώς όπως κάνουν οι κουρείς στις μέρες μας. Την ώρα που ο κουρέας έφτιαχνε την κόμη ενός πελάτη, οι άλλοι περίμεναν τη σειρά τους φλυαρώντας για όλα. Χάρη σ’ αυτό τον τρόπο ζωής, οι κουρείς έγιναν εξαιρετικά κοινωνικοί. Ήταν κατατοπισμένοι για όλα τα νέα και τα κουτσομπολιά, που τα διέδιδαν και τα ερμήνευαν όπως ήθελαν. Δεν είναι παράξενο που είχαν τη φήμη ότι ήταν φλύαροι και αθυρόστομοι.
Ο πρώτος άνθρωπος που έφερε στην Αθήνα την είδηση της καταστροφής στη Σικελία ήταν ένας κουρέας από τον Πειραιά. Είχε μάθει τη θλιβερή είδηση από το δούλο ενός λιποτάκτη και χωρίς να χάσει καιρό, άφησε το κουρείο του κι έτρεξε με μια ανάσα στην Αθήνα, από φόβο μην τον προλάβει κανένας άλλος.
Στην πόλη, όπου δεν ήξεραν τίποτε, η είδηση προκάλεσε μεγάλη ανησυχία. Ο κόσμος περικύκλωσε τον κουρέα και άρχισε να τον ξεψαχνίζει, μα αυτός δεν ήξερε ούτε το όνομα εκείνου που του είχε ανακοινώσει το τραγικό νέο.
Οι πολίτες αγανακτισμένοι άρχισαν να φωνάζουν: “O ψεύτης στην ανάκριση!”, “στα Βασανιστήρια!”. Ο φουκαράς ο κουρέας είχε δεθεί κιόλας, όταν κατά καλή του τύχη έφτασαν κάμποσοι οπλίτες που είχαν γλιτώσει από το μακελειό και επιβεβαίωσαν την τρομερή αλήθεια. Αναστατωμένοι οι Αθηναίοι από τη φοβερή είδηση, σκόρπισαν στα σπίτια τους για να κλάψουν τους χαμένους τους συγγενείς και ξέχασαν τον κουρέα.
Άφησαν δεμένο τον αγγελιοφόρο των κακών ειδήσεων. Τον θυμήθηκαν αργά τη νύχτα. Αλλά όταν ήρθαν να τον λύσουν, η πρώτη ερώτηση που έθεσε ο κουρέας ήταν αν υπήρχε, καμιά είδηση για τον Νικία, κι αν είναι γνωστό πως πέθανε. Οι κουρείς ήταν ενήμεροι για όλα τα νέα και μιλούσαν για τα πάντα.
Η φλυαρία τους ήταν παροιμιώδης. Στην Μακεδονία κάποτε ρώτησε ο κουρέας τον Βασιλιά Αρχέλαο : “πως σε κείρω” ; (πώς να σε κουρέψω) και εκείνος απάντησε: «σιωπών» !
Από την αρχαϊκή εποχή τα μακριά μαλλιά ήταν ένα σημάδι των αριστοκρατών.
To ”κούρειον”. μια τελετή ωρίμανσης στην οποία οι έφηβοι έκοβαν τα μαλλιά τους και εμπαιναν σε μία από τις ομάδες που οργάνωναν οι πολίτες (φατρίες), μετά την τελετή που ακολούθησε τον ετήσιο εορτασμό των Απατουρίων, τα αγόρια θεωρούνταν αρκετά μεγάλα για να ξεκινήσουν τις στρατιωτικές τους δραστηριότητες εκπαίδευσης ως ”έφηβοι” .
Την αρχαική εποχή, οι Έλληνες είχαν τα μαλλιά τους μακριά.
Αυτή η αρχαία πρακτική διατηρήθηκε από τους Σπαρτιάτες για πολλούς αιώνες. Τα αγόρια της Σπαρτης είχαν πάντα τα μαλλιά τους κομμένα αρκετά κοντα, αλλά μόλις έφθαναν στην ηλικία της εφηβείας, άφηναν να μεγαλώσουν.
Yπερηφανεύοταν για τα μαλλιά τους, αποκαλώντας τα το φθηνότερο από τα στολίδια τους. Πριν πάνε στη μάχη, τα χτένιζαν και έλουζαν με ιδιαίτερη φροντίδα. Ο Λεωνίδας και οι οπλίτες του παρατηρηθηκαν από τον περση κατάσκοπο πριν από τη μάχη των Θερμοπυλών να κάνουν ακριβώς αυτό. Φαίνεται ότι και οι Σπαρτιάτες άνδρες και οι γυναίκες έδεναν τα μαλλιά τους σε κόμπο πάνω από το στέμμα του κεφαλιού. Σε μεταγενέστερες εποχές, οι Σπαρτιάτες εγκατέλειψαν αυτό το αρχαίο έθιμο και είχαν τα μαλλιά τους κοντά.
Το έθιμο των Αθηναίων ήταν διαφορετικό. Τα μαλλιά τους ήταν πολύ κοντά στην παιδική ηλικία και τα έκοβαν όταν έφθαναν στην ηλικία της εφηβείας. Η αποκοπή των μαλλιών (τελετή “κουρείων”), όταν ένα αγόρι γίνονταν εφήβος, ήταν μια επίσημη πράξη, μιά θρησκευτική τελετή. Αρχικά προσφέρονταν τα σπονδή στον Ηρακλή, η οποία ονομάζονταν οινιστίρια και τα μαλλιά μετά την αποκοπή αφιερωνονταν σε κάποια θεότητα, συνήθως ένα ποτάμιο Θεό (Aισχύλ, Χοηφόρ .6, Παυσαν. I.37 §2). Ήταν μια πολύ αρχαία πρακτική που ανάγεται σε Δελφικό χρησμό, και ο Θησέας λέγεται ότι το έχει κάνει (Πλούτος, Θ. 5, Theophr., Char. 21).
Οι εφήβοι εκπροσωπούνται πάντοτε σε έργα τέχνης με τα μαλλιά τους αρκετά κοντά, με τον τρόπο που τα είχαν και οι αθλητές (Lucian, Dial. Mer., 5). Αλλά όταν οι Αθηναίοι πέρναγαν στην ηλικία των 30, άφηναν και πάλι τα μαλλιά τους να μεγαλώσουν.
Στην αρχαιότητα στην Αθήνα τα μαλλιά δένονταν με ένα είδος κόμπου στο στέμμα του κεφαλιού και στερεώνοναν με χρυσές καρφίτσες σε σχήμα Τζιτζικιών (τέττιγκων) που ΗΤΑΝ ΔΕΙΓΜΑ ΑΥΤΟΧΘΟΝΟΣ ΑΘΗΝΑΙΟΥ. Αν το έφερε δούλος, τιμωρούνταν αυστηρά. Αυτός ο τρόπος, ονομάζονταν Κρόβουλοι, βγήκε λίγο πριν από τον Θουκιδίδη (i.6). και τι το διαδεχτηκε στο ανδρικό φύλο, δεν γνωρίζουμε με βεβαιότητα.