Η σωματική πείνα έχει τα εξής χαρακτηριστικά:
• βιώνουμε ενόχληση ή πόνο στο στομάχι, αίσθηση κενού, ίσως ελαφριά ζάλη
• Η αίσθηση ξεκινά και ενισχύεται σταδιακά
• Προκύπτει κάθε περίπου 4 ώρες μετά το προηγούμενο γεύμα
• σταματάμε να τρώμε, όταν νιώσουμε χορτάτοι
• Η ανάγκη για τροφή δε μειώνεται από την προσπάθεια να «το ξεχάσουμε»
• Δε νιώθουμε ενοχές, αφού φάμε
Αντιθέτως, με την ψυχολογική πείνα:
• Δεν έχουμε σωματικές ενδείξεις πείνας
• Ξεκινά από συναισθηματικούς παράγοντες ή από μία αίσθηση «πάνω από το λαιμό»
• Ικανοποιείται με κάποια συγκεκριμένη τροφή
• Υπάρχουν περισσότερες πιθανότητες να φάμε πολύ μεγαλύτερες ποσότητες
• Νιώθουμε ενοχές, αφού φάμε
Η ψυχαναλύτρια Susie Orbach έχει παρουσιάσει 8 τύπους ψυχολογικής πείνας, την κοινωνική, τη στοματική, την προληπτική, της αποζημίωσης, της ευχαρίστησης, του άγχους, την εορταστική και της πλήξης.
Η κοινωνική πείνα έχει να κάνει με την τάση μας να τρώμε ως κάτι που μοιραζόμαστε με τους άλλους. Υπάρχουν διάφορες μελέτες που δείχνουν ότι έχουμε την τάση να συνδυάζουμε τις κοινωνικές μας δραστηριότητες με φαγητό, αλλά και να καταναλώνουμε περισσότερο φαγητό, όταν τρώμε με άλλους. Παράγοντες που φαίνεται να παίζουν ρόλο σε αυτό είναι η τάση μας να μιμούμαστε άλλους, η λιγότερο συνειδητή κατανάλωση τροφών, ή ακόμα και η διάθεσή μας «να ξεφύγουμε» από τους κανόνες της εγκράτειας, ώστε να εντείνουμε την αίσθηση της ευχαρίστησης που μας προκαλεί η καλή παρέα.
Η στοματική πείνα αφορά στην τάση μας να «βάλουμε κάτι στο στόμα» ενώ δεν πεινάμε. Πρόκειται για μία αυτόματη σκέψη και κίνηση, δηλαδή μία σκέψη και κίνηση που δεν προλαβαίνουμε να τη φιλτράρουμε στο μυαλό μας αρκετά, ώστε να κρίνουμε με ηρεμία τι είναι αυτό που πραγματικά χρειαζόμαστε εκείνη τη στιγμή.
Η προληπτική πείνα έχει να κάνει με την τάση μας να φάμε κάτι τώρα, προληπτικά, ώστε να μη μας πιάσει πείνα αργότερα και δεν έχουμε τότε την ευκαιρία να φάμε. Προφανώς πρόκειται για μη πραγματική πείνα, αλλά για σκέψη να προλάβουμε μία δυσάρεστη κατάσταση που μπορεί να συμβεί στο σώμα μας.
Η πείνα της αποζημίωσης είναι η τάση μας να φάμε κάτι ως αντιστάθμισμα μιας «κακής» μέρας. Λέμε, ίσως,: «πέρασα άσχημα σήμερα, ας καθίσω τώρα να φάω ένα πλούσιο γεύμα ή μερικά γλυκά για να αποζημιωθώ για όσα τράβηξα και να νιώσω καλύτερα».
Η πείνα της ευχαρίστησης είναι όταν στρεφόμαστε στο φαγητό, ως αποκλειστικό μέσο για να περάσουμε καλά. Ίσως σκεφτόμαστε: «τι θα κάνουμε τώρα για να περάσουμε καλά; Θα φάμε.» Ή «πώς να νιώσουμε καλά τώρα που γυρίσαμε από τη δουλειά; Θα φάμε»
Η πείνα του άγχους έχει να κάνει με την τάση να αποδιώξουμε ή να αναιρέσουμε το άγχος που νιώθουμε μέσω του φαγητού. Ίσως σκεφτόμαστε: «αν φάμε τώρα, θα ηρεμήσουμε». Ή «αν γεμίσουμε το στομάχι με φαγητό, θα σταματήσουν τα δυσάρεστα συναισθήματα»
Η εορταστική πείνα είναι η τάση μας να χρησιμοποιούμε το φαγητό ως το μοναδικό τρόπο να γιορτάσουμε ένα γεγονός. Όταν κάτι ιδιαίτερο γίνεται στη ζωή μας και νιώθουμε την ανάγκη να το γιορτάσουμε, ίσως στρεφόμαστε στην υπερβολή στο φαγητό για να δείξουμε ότι χαιρόμαστε, ότι νιώθουμε υπερηφάνεια, ότι πανηγυρίζουμε, ή ότι τιμούμε κάτι.
Τέλος, η πείνα της πλήξης έχει να κάνει με την τάση μας να στρεφόμαστε στην υπερβολή του φαγητού, επειδή πλήττουμε, δεν μπορούμε να σκεφτούμε κάτι άλλο να κάνουμε και προσπαθούμε να εκτονωθούμε μασώντας και καταπίνοντας.
Η πράξη της διατροφής δεν είναι ποτέ κενή συναισθήματος: ουσιαστικά είμαστε όλοι συναισθηματικά διατρεφόμενοι. Τρώμε επειδή πεινάμε, αλλά επίσης τρώμε γιατί ίσως, είμαστε κουρασμένοι, ενοχλημένοι, θλιμμένοι, θυμωμένοι ή ακόμα και χαρούμενοι. Στρεφόμαστε στο φαγητό για διάφορους λόγους και πιο συχνά για ανακούφιση.
Η συναισθηματική πείνα, πάντως, δεν μπορεί να ικανοποιηθεί με το φαγητό. Μπορεί να νιώσουμε καλύτερα εκείνη τη στιγμή, όμως τα συναισθήματα που μας παρακίνησαν να φάμε είναι ακόμα εκεί. Μάλλον, θα νιώσουμε και χειρότερα από ό,τι πριν, γιατί τώρα πήραμε, αχρείαστα, και περισσότερες θερμίδες από αυτές που χρειαζόμαστε. Ίσως μετά κατηγορήσουμε και τον εαυτό μας για έλλειψη αυτοελέγχου και αυτοπειθαρχίας. Είναι επίσης εύκολο να αφεθούμε στη συνέχεια σε ένα φαύλο κύκλο κακής διατροφής ως τρόπο να διαχειριστούμε τα συναισθήματά μας, και αυτό να μας οδηγεί όλο και πιο βαθειά στην απώλεια ελέγχου του βάρους μας.
Αξίζει να αναρωτηθούμε σε ποιο βαθμό τείνουμε να αφεθούμε στην καθημερινότητά μας στην εκτόνωση μέσω του φαγητού:
• Μήπως τρώω περισσότερο, όταν αγχώνομαι;
• Μήπως τρώω ενώ δεν πεινάω ή συνεχίζω ενώ έχω χορτάσει;
• Τρώω για να νιώσω καλύτερα ή πιο ήρεμα, όταν έχω έντονα συναισθήματα;
• Επιβραβεύω τον εαυτό μου με φαγητό;
• τρώω για να νιώσω ασφάλεια; Είναι το φαγητό ο καλύτερός μου φίλος;
• Αισθάνομαι εκτός ελέγχου, όταν τρώω;
Πολλοί άνθρωποι προσπαθούν να ελέγξουν το βάρος τους εστιάζοντας μόνο στο τι τρώνε και τι όχι. Δε δίνουν την απαραίτητη προσοχή στο να κατανοήσουν τους λόγους για τους οποίους τρώνε υπερβολικά, ασύδοτα, ή πρόχειρα. Και δεν είναι η έλλειψη πληροφόρησης που θα τους πείσει να αλλάξουν διατροφικές συνήθειες. Είναι σημαντικό να κατανοούμε τους πραγματικούς λόγους για τους οποίους χάνουμε τον έλεγχο με το φαγητό.
Αν θέλουμε να κάνουμε πιο συνειδητή την πράξη της διατροφής και ίσως να κατανοήσουμε γιατί παίρνουμε βάρος ή ακόμα και γιατί χάνουμε, μπορούμε να δοκιμάσουμε να καταγράφουμε, καθημερινά και για ένα διάστημα, τις τροφές που καταναλώνουμε. Είναι σημαντικό να καταγράφουμε επίσης το βαθμό πείνας που βιώναμε καθώς ετοιμαζόμασταν να φάμε, αλλά και τα συναισθήματα που νιώθαμε.
Πηγή: myworld.gr