Η αναπαραγωγή της αλόης
Ο τρόπος αναπαραγωγής του φυτού της αλόης μπορεί να είναι σεξουαλικός ή ασεξουαλικός. Η σεξουαλική αναπαραγωγή γίνεται με φύτευση των σπόρων που υπάρχουν στα λουλούδια της αλόης, με τρόπο που να αποστραγγίζονται καλά, όπως π.χ. σε αμμώδες έδαφος. Κατόπιν έρχεται η εκβλάστηση σε ένα διάστημα τριών έως τεσσάρων εβδομάδων σε θερμοκρασία 20-25 C.
Στην ασεξουαλική αναπαραγωγή χρησιμοποιούνται καταβολάδες (το μέρος του φυτού που κλίνει προς το έδαφος και βγάζει δικές του ρίζες) ή παραβλαστήματα που θα τα πάρετε αν κόψετε τα μεγάλα φύλλα από τα ενήλικα φυτά, είτε πρόκειται για άγρια, είτε για καλλιεργούμενη αλόη, και τα οποία θα δημιουργήσουν νέα φυτά που θα ωριμάσουν μετά από περίπου τρία χρόνια. Με την πρώτη μέθοδο, το αποτέλεσμα είναι πιο γρήγορο και πιο σίγουρο. Ο αριθμός των καταβολάδων κυμαίνεται από 20 έως 30 ανά φυτό το χρόνο.
Μετά από το πέμπτο έτος ζωής του φυτού, συνήθως κρατάμε ένα από τα παραβλαστήματα έτσι ώστε την κατάλληλη στιγμή να αντικαταστήσουμε τον αναπαραγωγικό κύκλο του μητρικού φυτού. Το ενήλικο φυτό μπορεί να φτάσει μέχρι και τα 12 χρόνια χωρίς ουσιαστική μείωση της παραγωγικότητάς του.
Αν θέλετε να επιτύχετε ομοιογενή καλλιέργεια, θα πρέπει να καταφύγετε σε σπορομερίδες σε φυτώρια ή πεζούλες καλλιέργειας που έχουν προετοιμαστεί για φύτευση.
Τα παραβλαστήματα, πριν φυτευτούν έξω, πρέπει να έχουν ελάχιστο ύψος 20 έως 35 εκ. Πρέπει δε να μεταφέρονται με γυμνή τη ρίζα από το φυτώριο μέχρι τη φυτεία και να μην εισάγονται στο χώμα παρά μόνο μετά από μερικές μέρες ξεκούρασης στη σκιά, έτσι ώστε οι ρίζες να μπορέσουν να επουλωθούν.
.
Η φροντίδα του φυτού
Το φύτεμα της αλόης μπορεί να πραγματοποιηθεί σε εδάφη με καλή αποστράγγιση και σε κλίματα όπου η θερμοκρασία δεν πέφτει κάτω από τους 0 C. Όπως και σε κάθε καλλιέργεια, απαιτούνται κάποιες φροντίδες που ξεκινούν από τη λίπανση και φτάνουν μέχρι τον καθαρισμό των ζιζανίων που φυτρώνουν γύρω από το φυτό, αν και στην περίπτωση που η θερμοκρασία της περιοχής πέφτει το χειμώνα, η παρουσία αυτών των ζιζανίων γύρω από το φυτό μπορεί να δημιουργήσει ένα μικροκλίμα που θα το προστατεύει από τις χαμηλές θερμοκρασίες.
Κατά τη διάρκεια του παραγωγικού κύκλου του φυτού το έδαφος πρέπει να λιπαίνεται με βιολογικά λιπάσματα μικρής περιεκτικότητας σε άζωτο, που μπορεί να είναι ξηρή κοπριά ζώων, ή κομπόστ, σε μια ποσότητα δύο ή τριών κιλών ανά φυτό. Το λίπασμα πρέπει να τοποθετείται κάθε μήνα, εκτός από τους χειμερινούς μήνες που είναι μήνες ξεκούρασης, και είναι πολύ σημαντικό να μην έρχεται σε άμεση επαφή με τη ρίζα.
Εξίσου σημαντική με τη λίπανση είναι και η αποφυγή του πολλαπλασιασμού των ζιζανίων, που πρέπει να ξεριζώνονται τακτικά κάθε φορά που φυτρώνουν ανάμεσα στα φύλλα και τη βάση του φυτού, αλλά χωρίς ξύσιμο του εδάφους, γιατί έτσι μπορεί να καταστραφεί το επιφανειακό σύστημα ριζών. Σε πολλές χώρες αυτή η εργασία γίνεται με τα χέρια, χωρίς τη χρήση εργαλείων και χωρίς ζιζανιοκτόνα. Ο καθαρισμός των ζιζανίων αυξάνει τη ζωντάνια του φυτού. Όλες αυτές οι εργασίες γίνονται για να εξασφαλιστεί η καλή κατάσταση του εδάφους, έτσι ώστε η αλόη να μπορεί να απορροφά όλα τα θρεπτικά συστατικά που χρειάζεται από το χώμα.
Η αλόη ανθοφορεί μία ή δύο φορές το χρόνο, και τα άνθη πρέπει να κόβονται για έναν απλό λόγο: μέσω της γύρης άλλων ποικιλιών μπορεί να σχηματιστούν υβριδικά φυτά, με αποτέλεσμα το τελικό προϊόν να έχει χαμηλή ποιότητα και να μη διαθέτει τις απαραίτητες θεραπευτικές ιδιότητες.
Άλλη μια σημαντική εργασία που πραγματοποιείται στην καλλιέργεια της αλόης είναι το κορφολόγημα που έχει σκοπό την εξάλειψη της ανθοφορίας, έτσι ώστε το φυτό να μεγαλώνει με περισσότερη ενέργεια.
Το πότισμα του φυτού
Επειδή η αλόη είναι φυτό ανθεκτικό, δεν απαιτεί πολλή φροντίδα, και μπορεί να καλλιεργηθεί εναλλακτικά με σκοπό την εκμετάλλευση εκτάσεων που λόγω της μειωμένης πρόσβασης ή άρδευσης μένουν στο περιθώριο άλλων καλλιεργειών. Σε ορισμένες περιπτώσεις φυτεύεται σε πεζούλες καλλιεργειών όπου δεν φτάνει το αυτόματο πότισμα. Επίσης, καλλιεργείται σε μεγάλες εκτάσεις με ελεγχόμενη άρδευση, μια και η υπερβολική υγρασία μπορεί να βλάψει το φυτό.
Η αλόη, όπως όλα τα παχύφυτα, μπορεί να αντέξει μεγάλες περιόδους ξηρασίας, ωστόσο η υπερβολική ξηρασία έχει τελικά αρνητική επίδραση στην ανάπτυξή της. Σε εποχές με λίγες βροχές, τα φυτά πρέπει να ποτίζονται σε τακτικά χρονικά διαστήματα για να διασφαλίζεται ικανοποιητική παραγωγή φύλλων, να και καλό είναι να αποφεύγεται το πολύ πότισμα, αφού οι ρίζες του φυτού απλώνονται μόνες τους σε πιο βαθιά στρώματα του εδάφους με περισσότερη υγρασία. Εξάλλου, η υπερβολική υγρασία δημιουργεί στα φύλλα του φυτού ένα στρώμα λευκής μούχλας και σαπίζει τις ρίζες του. Ένδειξη αυτής της κατάστασης είναι η ξηρότητα στις άκρες των φύλλων, τα οποία παίρνουν ένα κιτρινωπό χρώμα.
Το καλύτερο είναι να ποτίζεται το φυτό με μικρές ποσότητες νερού, αλλά συχνά. Αν το πότισμα γίνεται με μεγάλες ποσότητες νερού και πιο σπάνια, το φυτό θα αναγκαστεί να ψάξει την υγρασία που χρειάζεται σε βαθύτερα στρώματα του εδάφους, όπως προαναφέρθηκε, και έτσι θα αναπτυχθεί ένα δευτερεύον σύστημα ριζών που θα κάνει το φυτό να αναπτύσσεται με χαμηλότερους ρυθμούς σε εποχές πιθανής υπεραφθονίας.
Μια πολύ διαδεδομένη και απλή μέθοδος για να καταλάβετε πότε χρειάζεται πότισμα το φυτό είναι να βάλετε το δάχτυλό σας στο χώμα μέχρι τέρμα. Αν το χώμα είναι ξηρό μέχρι αυτό το σημείο, τότε πρέπει να ποτίσετε την αλόη.
Επεξεργασία των φύλλων-Το ιδανικό μέγεθος
Στις περισσότερες επαγγελματικές φυτείες αλόης θεωρείται ότι τα φύλλα του φυτού είναι έτοιμα για επεξεργασία όταν ζυγίζουν 700 με 800 γρ., έχουν μήκος περίπου 60 έως 90 εκ. και 10 εκ. πλάτος στη βάση, και όταν το πάχος τους είναι 2,5 έως 3,75 εκ. Αυτό το ιδανικό μέγεθος διασφαλίζει ότι οι θεραπευτικές ιδιότητες του φυτού θα είναι πράγματι αποτελεσματικές, και επιτυγχάνεται μετά το τρίτο έτος, όταν το φυτό είναι ήδη ώριμο και η σύνθεση στο ζελέ του έχει φτάσει στο επιθυμητό επίπεδο.
Η περισυλλογή των φύλλων της αλόης είναι πολύ απλή: γίνεται με τα χέρια και το φύλλο κόβεται με πολλή προσοχή από το φυτό έτσι ώστε να μη χυθεί ο χυμός που υπάρχει στο εσωτερικό του, ενώ πρέπει να λαμβάνεται υπόψη ότι δεν πρέπει να κόβονται όλα τα φύλλα, αφού είναι αυτά που διατηρούν το νερό και τα θρεπτικά συστατικά όταν οι περιβαλλοντικές συνθήκες δεν είναι ευνοϊκές για το φυτό. Γι’ αυτό το λόγο το υπερβολικό κόψιμο μπορεί να βλάψει την επιβίωση του φυτού.
Μετά τη συγκομιδή, η επεξεργασία της αλόης πρέπει να γίνεται σχεδόν αμέσως, την ίδια την ημέρα της περισυλλογής, ειδικά το καλοκαίρι που η ζέστη μπορεί να επηρεάσει αρνητικά τη διατήρηση των ευεργετικών ιδιοτήτων του φυτού. Μόνο το χειμώνα μπορεί να μεσολαβήσουν μία ή δύο μέρες μέχρι την επεξεργασία, αρκεί τα φύλλα να διατηρούνται σε δροσερό μέρος.
Για να μη μολυνθεί η αλόη, που είναι πλούσια σε θεραπευτικές ουσίες, έχει αναπτυχθεί μια πολύ αποτελεσματική μέθοδος. Πρόκειται για τον τεμαχισμό με το χέρι. Κόβουμε δηλαδή με ένα μαχαίρι, ξεκινώντας περίπου 2,5 εκ. από τη βάση του φύλλου, καθώς επίσης και το πάνω άκρο και τις πλευρές όπου βρίσκονται τα μικρά αγκάθια.
Αργότερα, τα φύλλα πλένονται με βακτηριοκτόνο απορρυπαντικό για την απομάκρυνση των υπολειμμάτων σκόνης, των λιπασμάτων και των άλλων ρυπαντικών ουσιών. Η επόμενη φάση επεξεργασίας είναι η εισαγωγή ενός μαχαιριού στο στρώμα του παχύρρευστου υγρού που είναι κολλημένο στο φύλλο και η αφαίρεσή του από το πάνω μέρος. Έπειτα επαναλαμβάνεται η ίδια διαδικασία με τον ίδιο τρόπο για το κάτω μέρος.
Τεμαχισμός σε φέτες
Όταν το φύλλο είναι πια καθαρό, τοποθετείται πάνω σε ένα τραπέζι τεμαχισμού όπου κομματιάζεται σε μικρά κομμάτια. Αυτή η διαδικασία τεμαχισμού είναι η πιο ευαίσθητη από όλες, αφού τα ευεργετικά στοιχεία του φυτού βρίσκονται ακριβώς σε αυτές τις φέτες.
Αυτή η εργασία τεμαχισμού με το χέρι έχει υψηλό κόστος, γι’ αυτό και κάποιοι παραγωγοί αλόης, θέλοντας να μειώσουν το κόστος, έχουν σχεδιάσει κάποια μηχανήματα που μιμούνται τον τεμαχισμό με το χέρι, ξύνουν δηλαδή με μηχανικό τρόπο το εσωτερικό του φύλλου για να αφαιρεθεί το στρώμα του παχύρρευστου υγρού. Το πρόβλημα με τη χρήση αυτού του συστήματος είναι ότι το τελικό προϊόν μπορεί να περιέχει σημαντικά μεγαλύτερη ποσότητα καθαρτικής ουσίας από ό,τι το ζελέ που λαμβάνεται με την παραδοσιακή μέθοδο του τεμαχισμού των φύλλων με το χέρι.
Παστερίωση
Μετά τον τεμαχισμό των φύλλων, ο εσωτερικός πολτός που έχει παχύρρευστη μορφή αλέθεται και μετατρέπεται με αυτόν τον τρόπο σε υγρό. Κατόπιν, για να μη χαλάσει γρήγορα η αλόη, παστεριώνεται το υγρό, προσθέτοντας και κάποια συντηρητικά τροφίμων όπως ασκορβικό οξύ, κιτρικό οξύ, βενζοϊκό νάτριο ή σορβικό κάλιο. Έτσι διασφαλίζεται πλήρως ότι έχουν καταστραφεί όλα τα υπάρχοντα βακτήρια και ταυτόχρονα αποτρέπεται η δημιουργία άλλων βακτηρίων κατά τη μεταφορά ή την επεξεργασία του τζελ.
Το αποτέλεσμα όλης αυτής της διαδικασίας είναι ένα σταθεροποιημένο τζελ που μπορεί να διατεθεί για κατανάλωση, να αποτελέσει συστατικό άλλων παρασκευασμάτων, ή να φιλτραριστεί για να αφαιρεθούν τελείως όλα τα υπολείμματα από τον πολτό, ανάλογα με τον τύπο που προϊόντος που θέλουμε να έχουμε. Ο φιλτραρισμένος χυμός συνήθως χρησιμοποιείται για την παρασκευή τονωτικών ποτών και καλλυντικό προϊόντων.
Ολόκληρο το φύλλο
Υπάρχει και μια δεύτερη μέθοδος επεξεργασίας των φύλλων της αλόης, γνωστή ως “ολόκληρο το φύλλο”. Σύμφωνα με αυτήν, η βάση και η άκρη του φύλλου δουλεύονται με τον ίδιο τρόπο όπως και στον παραδοσιακό τεμαχισμό στο χέρι, αλλά σ’ αυτήν την περίπτωση το φύλλο κόβεται σε τμήματα και αφήνεται στην άκρη. Ακολουθεί η επεξεργασία αυτό του υλικού με ειδικά χημικά προϊόντα που έχουν σκοπό να σπάσουν την εξαγωνική δομή των κομματιών, απελευθερώνοντας τα στοιχεία που τα συνθέτουν. Κατόπιν χρησιμοποιείται μια σειρά από τα φίλτρα και διαφράγματα, ή περνάει το υλικό από αποχυμωτή για να διαχωριστούν τα σωματίδια από το φλοιό. Ο χυμός περνάει στη συνέχεια μέσα από διάφορες σειρές από φίλτρα άνθρακα που διαχωρίζουν τις καθαρτικές ουσίες.
Αυτή η μέθοδος που δημιουργήθηκε τη δεκαετία του ’80, συνεπάγεται λιγότερη δουλειά και κόστος, και όταν γίνεται με επαρκή τρόπο μπορεί να δώσει ένα χυμό πλούσιο σε συστατικά και σχεδόν χωρίς καθαρτικά στοιχεία. Ωστόσο, πολλοί ειδικοί θεωρούν ότι κατά τη διαδικασία φιλτραρίσματος είναι πιθανό να καταστραφούν κάποια ενεργά συστατικά του φυτού, με αποτέλεσμα το τζελ να είναι λιγότερο αποτελεσματικό στη θεραπεία του οργανισμού.
Σκόνη
Μια τρίτη μέθοδος για να αποκτήσει κανείς και να σταθεροποιήσει το τζελ, είναι να μετατρέψει τον επεξεργασμένο χυμό της αλόης σε σκόνη, κάτι που παρατείνει τη ζωή σε σχέση με τα υγρά προϊόντα, και επιπλέον μειώνει το κόστος που συνεπάγεται η μεταφορά του νερού. Σήμερα χρησιμοποιούνται τρεις τρόποι: ξηρή σκόνη, λυοφιλιωμένη σκόνη και αφυδατωμένα χάπια.
• Ξηρή σκόνη. Ο υγρός χυμός της αλόης εξατμίζεται μέσα σε ένα καλούπι σε πολύ υψηλές θερμοκρασίες. Ωστόσο, αυτή η παρατεταμένη έκθεση στη θερμότητα αλλοιώνει μερικά από τα πιο ευεργετικά χαρακτηριστικά των ενεργών συστατικών της αλόης.
• Λυοφιλιωμένη σκόνη. Με αυτή τη μέθοδο επιτυγχάνεται η κονιορτοποίηση της αλόης με τη χρήση ψύχους (γύρω στους -85 C) και κενού (συνήθως 1/3 ατμόσφαιρας), που προκαλούν την εξάτμιση και εξάχνωση μόνο του νερού του χυμού. Έτσι αποφεύγονται οι αλλοιώσεις λόγω θερμότητας. Αυτή η μέθοδος, ωστόσο, χρησιμοποιείται λιγότερο, αφού είναι πιο ακριβή από τη διαδικασία της ξηρής σκόνης.
• Αφυδατωμένα χάπια. Τα κομμάτια μπορεί επίσης να μετατραπούν σε αφυδατωμένα χάπια αν τοποθετηθούν σε μια μηχανή αφυδάτωσης για λαχανικά και σε σχετικά χαμηλές θερμοκρασίες λίγο χαμηλότερες από τη θερμοκρασία του ανθρώπινου σώματος, για μεγάλο χρονικό διάστημα. Τα χάπια που παράγονται αποτελούνται από΄μια λεπτή σκόνη που μπορεί να χρησιμοποιηθεί είτε για την Παρασκευή συμπληρωμάτων σε στερεή μορφή είτε και με προσθήκη νερού σε εμπορικά σκευάσματα.
Πηγή: https://www.aloeveraplants.gr/kalliergeia-alois