Το αυτοκίνητο του Πολ χάλασε έξω από ένα παλιό μοναστήρι. Ο Πολ χτύπησε την εξώπορτα και οι
μοναχοί τον καλοδέχτηκαν, τον φιλοξένησαν για τη νύχτα, επισκεύασαν το αυτοκίνητό του και του ευχήθηκαν καλό ταξίδι. Πριν φύγει, ο Πολ ρώτησε τους μοναχούς να του πουν από πού προερχόταν ο υπέροχος ήχος που άκουγε όλη τη νύχτα. Εκείνοι του απάντησαν: «Δεν μπορούμε να σου το αποκαλύψουμε, επειδή δεν είσαι μοναχός».
Ο Πολ συνέχισε το δρόμο του, αλλά δεν μπόρεσε ποτέ να ξεχάσει εκείνον τον ήχο. Αρκετά χρόνια αργότερα, έπαθε λάστιχο μπροστά από το ίδιο μοναστήρι. Οι μοναχοί τον καλοδέχτηκαν και πάλι, τον τάισαν και του έφτιαξαν το λάστιχο. Εκείνη τη νύχτα, ο Πολ άκουσε ξανά τον ίδιο εκπληκτικό ήχο που είχε ακούσει πριν από χρόνια. Και πάλι ρώτησε, αλλά πήρε την ίδια απάντηση: «Δεν μπορούμε να σου πούμε. Δεν είσαι μοναχός». Τώρα όμως ο Πολ κατάλαβε γιατί τον είχε ξαναφέρει εκεί η μοίρα: έπρεπε να μάθει οπωσδήποτε την πηγή αυτού του ήχου. «Εντάξει», είπε. «Θα γίνω μοναχός. Τι πρέπει να κάνω;»
Του είπαν ότι έπρεπε να ταξιδέψει σε όλο τον κόσμο και να μετρήσει όλους τους Εσταυρωμένους σε όλες τις εκκλησίες του πλανήτη. Έτσι, άρχισε το ταξίδι του. Περπατούσε για τριάντα οκτώ ολόκληρα χρόνια, αντιμετωπίζοντας μεγάλες κακουχίες, περνώντας μέσα από πολεμικές ζώνες, ταξιδεύοντας σε μικρά χωριουδάκια που ήταν απομονωμένα μέσα στα βουνά. Κάποια στιγμή επέστρεψε στο μοναστήρι.
«Ταξίδεψα σε όλη τη Γη και βρήκα αυτό που μου ζητήσατε», είπε.
«Βρήκα 362.578 Εσταυρωμένους σε όλες τις εκκλησίες του κόσμου».
Οι μοναχοί υποκλίθηκαν. «Συγχαρητήρια. Τώρα πια είσαι μοναχός, και θα σου δείξουμε το δρόμο για να βρεις την πηγή του ήχου».
Τον οδήγησαν σε μια ξύλινη πόρτα και του έδωσαν ένα κλειδί. «Ζήτα και θα βρεις», του είπαν. Πίσω από εκείνη την πόρτα βρήκε μια σκοτεινή σπηλιά και μια σειρά από άλλες πόρτες, με τα κλειδιά τους κρυμμένα κάπου στα σκοτάδια. Πολλές μέρες αργότερα, βρήκε το τελικό κλειδί και άνοιξε την τελευταία πόρτα, μένοντας έκθαμβος μπροστά στην πηγή εκείνου του παράξενου και υπέροχου ήχου, που άξιζε όλους τους κόπους και όλα τα ταξίδια. Όμως, δεν μπορώ να σου πω τίποτε περισσότερο, επειδή δεν είσαι μοναχός.
Κι αυτό, φίλε μου, είναι ένα μάθημα στη μη προσκόλληση. Η προσκόλληση μας θυμίζει ότι είμαστε ζωντανοί. Η μη προσκόλληση μας θυμίζει πως κάποια μέρα θα χάσουμε όλα όσα έχουμε. Και τα δύο είναι μέρος της εκπαίδευσής μας.
Ο Ραμ Ντας έχει εκφράσει πανέμορφα τη συνύπαρξη της προσκόλλησης και της μη προσκόλλησης, όταν είπε σε κάποιον που του έκανε μια ερώτηση: «Αυτή τη στιγμή, σ΄αγαπάω όσο μπορώ ν΄αγαπήσω άνθρωπο – και δεν με νοιάζει αν δεν σε ξαναδώ ποτέ». Με τον ίδιο τρόπο, μπορούμε να αντιμετωπίζουμε τη ζωή ως απόλυτα αληθινή και σημαντική, ενώ παράλληλα να βλέπουμε τον εαυτό μας και τον κόσμο μας σαν μια περαστική περιπέτεια, σαν ένα δώρο που απολαμβάνουμε για λίγες στιγμές στην αιωνιότητα, πριν το παρασύρουν μακριά τα κύματα.
Ανεξάρτητα από τις επιθυμίες ή τις προτιμήσεις μας, το σύμπαν θα κάνει αυτό που θέλει. Απόλαυσε λοιπόν τη ζωή, χωρίς να γαντζώνεσαι πάνω σε τίποτε. Κράτα απαλά, όλα όσα έχεις, όπως θα κρατούσες στη χούφτα σου ένα πουλάκι που μπορεί να πετάξει και να φύγει ανά πάσα στιγμή. Αυτή η ικανότητα να μετακινούμε την επίγνωσή μας από την απτή και συμβατική πραγματικότητα στην υπερβατική αποδέσμευση είναι μια πνευματική δεξιότητα. Είναι ένα κλειδί για μια ζωή με ισορροπία και σκοπό.
«Ποιος είναι ο σκοπός σου;» Dan Millman εκδόσεις Η Δυναμική της Επιτυχίας