Κάτι γίνεται. Γύρω μας αλλά και μέσα στα σπίτια μας ζητούμενο είναι, όλο και πιο πολύ, το ουσιαστικό, το πρακτικό, στην πιο μίνιμαλ εκδοχή του. Η εποχή με τις δεκάδες απαραίτητες για ένα νοικοκυριό συσκευές, με το σεμεδάκι πάνω στην τηλεόραση, τα σκαλιστά έπιπλα και τα μπιμπελό που ήθελαν καθημερινό ξεσκόνισμα κ.λπ. μπαίνει στα λαογραφικά μουσεία. Μαζί της και όλα αυτά τα υπέροχα (;) αλλά άχρηστα στην πραγματικότητα αντικείμενα που τη συνόδευαν και που θεωρούσαμε απαραίτητα. Ομως, στη νέα εποχή που φέρνει μαζί της τα θαυμαστά επιτεύγματα της τεχνολογίας, less is premium. Η απλότητα και η πρακτικότητα προβάλλουν ως συνταγές μιας καθημερινότητας απαλλαγμένης από το περιττό και εστιασμένης στο πραγματικά χρήσιμο.
Το κατάλαβα όταν πριν από περίπου δέκα χρόνια μετακόμισα σε ένα σπίτι 50 τετραγωνικών, στο σπίτι μου, αποφασισμένος να χωρέσω σε αυτό ένα νοικοκυριό απλωμένο σε 100 και βάλε τετραγωνικά. Οχι, αυτό δεν επιτυγχάνεται με τη μαγεία. Πρακτικός πρέπει να γίνεις. Πρέπει με γενναιότητα (δεν είναι πάντοτε εύκολο) να πετάξεις ή να χαρίσεις (υπάρχουν ακόμη εκείνοι που μαζεύουν το άχρηστο) ό,τι δεν χωράει στον νέο χώρο. Εμεινα με ένα κρεβάτι, έναν καναπέ, ένα κομπιούτερ, μία τηλεόραση, λίγα ρούχα και μερικά βιβλία. Εχοντας έκτοτε καταφέρει να διατηρήσω τον χώρο άδειο (πείτε το και οφθαλμαπάτη, αφού τα 50 τετραγωνικά μού μοιάζουν 70), μπορώ να σας διαβεβαιώσω πως όσο λιγότερα τόσο καλύτερα.
«Οχι» λοιπόν στην ποσότητα, αλλά «ναι» στην ποιότητα. Οργανώνοντας ένα μινιμαλιστικό περιβάλλον μπορείς να απολαύσεις μικρές πολυτέλειες που την εποχή κατά την οποία συντηρούσες ένα παλαιοπωλείο άχρηστων αντικειμένων δεν είχες τη δυνατότητα να τις ακουμπήσεις: Το ελάχιστο που έχεις, επειδή αυτό χρειάζεσαι στην πραγματικότητα, μπορεί να είναι καλύτερης ποιότητας από τα πολλά. Γίνεται επένδυση που δεν χάνεται μέσα στον σωρό. Μαθαίνεις επίσης να το εκτιμάς περισσότερο. Οπως μαθαίνεις, συνειδητοποιείς, αυτό που πάντοτε γνώριζες αλλά που το είχες θάψει κάτω από τόνους υλικών αγαθών και κατασκευασμένων αναγκών: Πως την έχεις παραφορτώσει τη ζωή σου. Οχι μόνο με αντικείμενα που τη βαραίνουν, αλλά και με σκέψεις, υποχρεώσεις, συμπεριφορές, ανθρώπους (τους οποίους στην πραγματικότητα δεν είχες ανάγκη) και «πρέπει», πολλά «πρέπει».
Αφήσαµε πολλά πίσω µας όχι απαραιτήτως επειδή το θέλαμε, αλλά επειδή το επέβαλλε και η οικονομική κρίση που τα πάντα ανέτρεψε. Αφού επενδύσαμε σε ό,τι δεν χρειαζόμαστε, αναγκαστήκαμε (δυστυχώς με τρόπο βίαιο ορισμένοι, και δεν είναι λίγοι) να επιστρέψουμε σε μια ζωή πιο λιτή. Αυτό που εκ πρώτης φαίνεται ως ήττα μπορεί να σημαίνει και κάτι άλλο, μια νέα αρχή. Πετώντας το υπερβολικό, το κραυγαλέο, το ανούσιο, μπορούμε να προχωρήσουμε απαλλαγμένοι από τα βαρίδια του παρελθόντος μας – με λιγότερα έστω βαρίδια, άνθρωποι είμαστε, δεν μπορούμε να αλλάξουμε και δέρμα! Σε μια διαδρομή που οδηγεί στη γνώση και στη συναισθηματική ωρίμαση. Φέροντας στις αποσκευές μας μόνο τις εμπειρίες, τα λόγια, τις συμβουλές, τις εικόνες των ανθρώπων που μας σπρώχνουν να προχωρήσουμε προς την ουσία των πραγμάτων.
Οι καιροί αλλάζουν, μαζί τους αλλάζουμε κι εμείς. Αυτό, πιθανώς, δεν λέει κάτι σε ένα παιδί που έχει γεννηθεί μέσα στην κρίση. Για το παιδί αυτό η επιστροφή στη λιτότητα, στην πρακτικότητα και στην ουσία των πραγμάτων δεν είναι επιστροφή, γιατί ως άνθρωπος της νέας εποχής δεν έχει παρελθόν, μόνο μέλλον. Για εμάς, που έχουμε ζήσει το πριν, είναι μια διαδικασία που χρειάζεται δουλειά. Ωστόσο μια ζωή εστιασμένη στο ουσιαστικό δεν μπορεί παρά να είναι ζωή κερδισμένη.
ΥΓ.: Εδώ που τα λέμε, ο μινιμαλισμός μπορεί να έχει προκύψει ως μόδα, ως άποψη ή ως ανάγκη τα τελευταία χρόνια, αλλά… εδώ είναι η πατρίδα του αφού, όπως έλεγαν και οι αρχαίοι, «ουκ εν τω πολλώ το ευ».