Γιατί οι άντρες ερωτεύονται πάντα τις πιο… παλαβές; Η απάντηση θα σας εντυπωσιάσει

Βάλε στο μυαλό σου
την πιο όμορφη παραλία που έχεις πάει. Θυμήσου πόσο καθαρά ήταν τα νερά της, πόσο χρυσή η αμμουδιά της, πόσο άγρια η γοητεία της και πόσο έρημη ήταν από κόσμο…
Τώρα φέρε στο μυαλό σου πόσο δύσκολα τη βρήκες στο χάρτη, πόσο ελάχιστα κατατοπιστικές ήταν οι πινακίδες που σε κατεύθυναν και πόσο πολύ επέμενες για να κατέβεις το μονοπάτι που οδηγούσε σε αυτήν. Τέλος, σκέψου λίγο πόσο πολύ καμαρώνεις μέχρι σήμερα, μέρες, μήνες ή χρόνια μετά που δεν κώλωσες μπροστά στο δύσβατο δρόμο της, καθώς πλέον έχεις να καμώνεσαι πως πήγες κάπου που ελάχιστοι άνθρωποι τόλμησαν να πατήσουν πόδι.

Κάπως έτσι είναι κι η σχέση με μια τρελή, οπότε σκόπιμη η αλληγορία. Κι όταν λέω «τρελή» δεν εννοώ κάποια που κοιμάται με μαχαίρι κάτω απ’ το μαξιλάρι, ούτε κάποια που σου σπάει το παρμπρίζ αν δεν απαντήσεις στα μηνύματά της σε κλάσματα δευτερολέπτου -και γενικά για καμία που όντως αξίζει να μπει σε ψυχιατρείο· μιλάω για εκείνη που είναι στιγμές που αναρωτιέσαι μήπως είναι ένα βήμα πριν από αυτό, αλλά δεν είσαι σίγουρος αν αυτό είναι το γεγονός που σε κρατάει εμμονικά κοντά της. Να σου πω εγώ για να μην αναρωτιέσαι πια, αυτό είναι.

Την τρελή την αναγνωρίζεις από τα μάτια· κοιτάζει επίμονα, αλλά αποστασιοποιημένα, δεν είσαι σίγουρος αν είναι από ενδιαφέρον ή σχεδιάζει ταυτόχρονα να σου διαλύσει τη ζωή.  Μοιάζει ήσυχη, δε φωνάζει, δεν απαιτεί  προσοχή, γι’ αυτό και την κερδίζει. Είναι ένας απλός άνθρωπος με σύνθετο μυαλό, ένα έμψυχο παζλ και τώρα θες να με πείσεις πως εσύ που μου περνιέσαι για λογικός την ξεχώρισες κατά λάθος μέσα στο πλήθος, αγνοώντας το γεγονός πως οι άνθρωποι έχουν την τάση να αναγνωρίζουν τους ομοίους τους. Άσε, μη μου αρχίζεις εμένα τα «και πού ήξερα εγώ πού έμπλεκα» και τέτοια, γιατί δε σε πιστεύει κανείς. Κατά βάθος ήξερες, γι’ αυτό κι έμπλεκες, γελιόμαστε τώρα;

Άγνοια κινδύνου; Υπερτίμηση των δυνάμεών σου; Ποιος ξέρει; Η ουσία είναι πως απ’ τη στιγμή που έμπλεξες αναρωτιέσαι γιατί οι άνθρωποι δεν έρχονται στον κόσμο με οδηγίες χρήσης ή γιατί δεν κυκλοφορούν με κάποια προειδοποιητική πινακίδα, τέλος πάντων. Ξεγελάστηκες ίσως εξαρχής απ’ την ήρεμη φύση τους, δε λέω, αλλά όλο και κάποιο σύμπτωμα θα αγνόησες που σου έλεγε πως κάτι δεν πάει και πολύ καλά. Και τώρα βρίσκεσαι σε ένα χάος που απ’ τη μία σε εξαντλεί κι απ’ την άλλη σε κάνει να βλέπεις την τάξη με μια νεοαποκτηθείσα σιχασιά. Τα κορίτσια αυτά είναι τυφώνες με βλεφαρίδες κι εσύ καταδίκασες αυτοβούλως τον εαυτό σου να χαίρεται να ζει στη σβούρα τους. Ποιος είναι ο τρελός τώρα, μου λες;

Τρελές ή δύσκολες, δεν ξέρω. Ξέρω μόνο πως δεν μπορείς να τις περιγράψεις, επειδή δε μοιάζουν η μία με την άλλη, έχουν όμως μια κοινή βάση: είναι απρόβλεπτες. Τη μια στιγμή μπορεί να σε φιλούν λες και παίρνουν ζωή απ’ την ανάσα σου και την άλλη να σου δείχνουν πως δε σε θέλουν για να μην το πάρεις πάνω σου. Μπορεί να σου θυμώσουν για κάτι που φαντάστηκαν πως έκανες, λες και το έκανες στ’ αλήθεια, κι όταν πειστούν πως είσαι αθώος να νευριάσουν επειδή τους έτριψες στα μούτρα πως είχαν άδικο, αγαπώντας σε ταυτόχρονα ένα τσικ παραπάνω. Έχουν τα καπρίτσια ενός μικρού παιδιού, αποζητούν την πνιγηρή προσοχή του ανθρώπου που αγαπάνε μα ταυτόχρονα είναι ανεξάρτητες και μπορούν άνετα χωρίς εσένα αν κρίνουν το ενδιαφέρον σου λειψό.

Κι εκεί που νομίζεις πως, δεν μπορεί, τα έχεις δει όλα, κάπου θα ησυχάσουν, εκείνες βρίσκουν την ευκαιρία να σε εκπλήξουν λίγο ακόμα, λες και κρύβουν έξτρα πακέτα παράνοιας στις ψυχικές τους αποθήκες για ώρα ανάγκης. Ναι, είναι τρελές, αλλά δεν είναι μόνο αυτό· είναι κι αστείες, κι η ειλικρίνειά τους τσακίζει κόκκαλα, και κατά βάθος γουστάρεις που δεν ξέρεις τι σου ξημερώνει αύριο, έτσι δεν είναι; Επειδή δικό σου κουσούρι είναι που βαριέσαι όλες εκείνες με τα εύκολα «ναι» κι επειδή δεν έχεις καλύτερο απ’ την ευχαρίστηση που νιώθεις όταν βλέπεις αυτά τα δύσκολα μούτρα να μαλακώνουν μόλις κάνεις κάτι που την πείθει πως όντως είναι το «κοριτσάκι σου», κι ας ξέρεις πως ξέρει πως είσαι ένας μαλάκας και μισός.

Επειδή υποψιάζεσαι πως όλο αυτό ίσως και να μην είναι τρέλα στην τελική· επειδή ζώντας σε έναν κόσμο που ως τρελοί περιγράφονται οι άνθρωποι που επιμένουν να νιώθουν πολύ, να αγαπάνε πολύ, να παθιάζονται, να θυμώνουν, να βαράνε πόρτες και να βλέπουν τον κόσμο με την ψυχή κι όχι με τα μάτια, τα δεδομένα σου έχουν ίσως αλλάξει.

Άλλωστε γνωρίζεις πως κανένα βιβλίο δε γράφτηκε για εύκολες προσωπικότητες κι ανθοστολισμένες ιστορίες αγάπης· οι μεγάλοι έρωτες πάντα περιείχαν ένα βαθμό παραφροσύνης, οπότε απόλαυσε τόσο την επιλογή σου, όσο και το γεγονός πως  η επιλογή αυτή δείχνει πως δεν είσαι ένας απ’ τους πολλούς που τρέμουν μπροστά στο διαφορετικό.

Βαλ’ τη στη θέση της λοιπόν να ηρεμήσει, επειδή αυτό θέλει, όπως τα απαιτητικά παιδιά που υποσυνείδητα απαιτούν τα όρια για να μην εξοκείλουν. Όχι με μαγκιά, γιατί θα γίνουν χειρότερες από σένα και θα σε κατασπαράξουν, ούτε με αδιαφορία καθώς την παίρνουν στα σοβαρά και χτυπάνε οι συναγερμοί τους, φεύγουν.

Λάξευσέ τες με αγάπη, με επιμονή, με το να είσαι εκεί, με επιχειρήματα, με χρόνο κι αγκαλιές, με το να τις κάνεις να πιστέψουν πως όντως είναι τρελές που δε σε πιστεύουν· κι αυτές, να είσαι σίγουρος, θα φροντίσουν να γίνουν η παραλία που θα έχεις να περιγράφεις για πολλά χρόνια ακόμα.

Συντάκτης: Φρόσω Μαγκαφοπούλου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη

Διαβάστε Επίσης  Μετά το... ξενύχτι

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *